Øçöïöïñßá åðß ôùí áíáèåùñçôÝùí äéáôÜîåùí ôïõ ÓõíôÜãìáôïò, óôçí ÏëïìÝëåéá ôçò ÂïõëÞò ôçí ÄåõôÝñá 25 Íïåìâñßïõ 2019. (EUROKINISSI/ÃÉÙÑÃÏÓ ÊÏÍÔÁÑÉÍÇÓ)

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ο Πρόεδρος της Βουλής δεν συνηθίζει να τοποθετείται επί νομοθετημάτων.

Μάλιστα υπάρχει και μια ιεροτελεστία εις την απόφασίν του να τοποθετηθεί, πρέπει να αποφύγει να προεδρεύσει και να ομιλήσει ως απλός βουλευτής, κι αυτό κάνω τώρα, όχι τόσο γιατί αισθάνομαι ότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος γύρω από αυτό το νομοσχέδιο, όσο γιατί ήθελα να επισημάνω σαν γνήσιος συντηρητικός και παραδοσιακός πολίτης και πολιτευόμενος –το «πολιτικός» είναι μεγάλη κατάκτηση, μην το χρησιμοποιούμε τόσο εύκολα– σαν γνήσιος λοιπόν συντηρητικός και παραδοσιακός πολιτευόμενος, να εξηγήσω με λίγα λόγια –και λέω στην αρχή αυτό που έπρεπε να πω στο τέλος– ότι ψηφίζω αυτό το νομοσχέδιο, όχι παρά το ότι είμαι συντηρητικός αλλά επειδή ακριβώς είμαι συντηρητικός.

Και θα εξηγήσω άμεσα τι εννοώ προκειμένου να υπονομεύσω όλη την καλόπιστη ή κακόπιστη κινδυνολογία, η οποία ακούστηκε άφθονη από αυτό το βήμα, εν σχέσει με αυτή τη ρύθμιση, κι όχι μόνο την ατέλειωτη και περιττή και αχρείαστη κινδυνολογία, αλλά και μία περιττή αντιπαράθεση –παρά το ότι τα περισσότερα κόμματα συμφωνούν σε αυτό– μία αντιπαράθεση η οποία θυμίζει τη φράση του Πλάτωνος περί «θνητής φλυαρίας» για το ποιος το έκανε πρώτος, ποιος το σκέφτηκε, ποιος το εισήγαγε, ποιος το πρότεινε, ποιος το φαντάστηκε, ποιος το αρθρογράφησε, ποιος δεύτερος, ποιος τρίτος, ποιος σύρθηκε.

Ενώ πρέπει να ξέρετε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι στην πολιτική, σημασία έχουν τα γεγονότα περισσότερο από τις προθέσεις και το γεγονός είναι ότι αυτό το νομοσχέδιο ψηφίζεται σήμερα το βράδυ, εδώ, μέσα Φεβρουαρίου του 2024, με νομοθετική πρωτοβουλία της κυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας, εις την οποία συμπλέουν αρκετά κόμματα της αντιπολιτεύσεως, με τρόπο ο οποίος επιδεικνύει ωριμότητα πολιτική. Και όλες οι άλλες κουβέντες, όλες οι άλλες γλυκανάλατες ή πικρές αναφορές είναι περιττές και μου θυμίζουν περισσότερο μια αχρείαστη προσπάθεια να μετατραπούμε, την ώρα που συνομιλούμε με την ευθύνη μας, σε διακονιάρηδες ψήφων χαϊδεύοντας αυτιά, παριστάνοντας ότι εμείς έχουμε την πρωτοβουλία ή ότι χωρίς εμάς αυτό δεν θα είχε συμβεί.

Το γεγονός είναι ότι σήμερα πέντε τουλάχιστον κόμματα συμφωνούν σε μία νομοθετική πρωτοβουλία η οποία συνάδει με τις συνταγματικές και ευρωπαϊκές αξίες, και τις ελληνικές, και αυτό είναι άξιο προσοχής και συγχαρητηρίων και τελεία και παύλα!

Τι είναι αυτό το οποίο ψηφίζεται σήμερα, για να επιστρέψω εις την αχρείαστη και περιττή κινδυνολογία και τοξικότητα;

Αυτό το βήμα που γίνεται τώρα, με το γάμο των φιλομόφυλων –που για λόγους νομικής ακριβολογίας πρέπει να ονομάζεται κατά μία άλλη άποψη η οποία θεωρώ ότι είναι σωστή, αλλά δεν έχει νόημα τώρα ν’ αλλάξουμε τον τίτλο– «δικαίωμα σύναψης γάμου ανεξαρτήτως φύλου» είναι καίριο αλλά είναι και απλό.

Αίρεται οποιοσδήποτε περιορισμός φύλου ως προς τα πρόσωπα που συνάπτουν μία δικαιοπραξία.

Έχουμε να κάνουμε με μία δικαιοπραξία, δεν έχουμε να κάνουμε με μία ιερουργία.

Αυτό συμβαίνει στο πεδίο της κρατικής έννομης τάξης και μόνον.

Δεν συμβαίνει στο πεδίο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που ακολουθεί για τους πιστούς της τα δικά της δόγματα και τους δικούς της κανόνες στο πλαίσιο της απολύτως σεβαστής, κι από μένα πρώτον, θρησκευτικής ελευθερίας ούτε οποιασδήποτε άλλης θρησκευτικής κοινότητας.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με μία δικαιοπραξία, η οποία γίνεται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους και οι οποίοι δύο άνθρωποι, την ώρα που συνάπτουν αυτή τη δικαιοπραξία στον πολιτικό γάμο, δίνουν μεταξύ τους και ενώπιον της δημοτικής αρχής την εξής διαβεβαίωση, η οποία δεν αλλάζει, είναι ίδια. Για προσέξτε αυτή τη διαβεβαίωση, για να δείτε πώς μία ομάδα συνανθρώπων μας, συμπολιτών μας, με τη δική μας νομοθετική πρωτοβουλία, προσχωρεί, επιτέλους, πολιτισμένα και θεσμικά, σ’ έναν από τους πιο παραδοσιακούς θεσμούς της ανθρώπινης κοινωνίας, που είναι ο γάμος, ο οποίος προϋπήρχε του κράτους.

Από τη στιγμή αυτή, είσαστε ενωμένοι με γάμο σύμφωνα με το νόμο, σε ισόβια κοινωνία ως δύο σύζυγοι.

Από τη στιγμή που ενωθήκατε με την ελεύθερη συναίνεσή σας σε γάμο οφείλετε αμοιβαία ο ένας στον άλλο αγάπη, πίστη και σεβασμό για όλη σας την κοινή ζωή.

Ο γάμος που σας ενώνει, σας επιβάλλει την ταύτιση των τυχών σας για την κοινή αντιμετώπιση σε βάση ισότητος όλων των ζητημάτων που θα προκύπτουν από τη συμβίωσή σας και γενικότερα όλων των δυσκολιών της κοινής ζωής.

Από κοινού θα πρέπει, επίσης, να συμβάλλετε ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις στα βάρη που συνεπάγεται η έγγαμη συμβίωση και η συντήρηση και προαγωγή της οικογενείας που θα δημιουργήσετε.

Κοινό είναι τέλος και το καθήκον και το δικαίωμα και των δυο σας να μεριμνάτε για την ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των παιδιών σας, ώστε να γίνουν χρήσιμοι και χρηστοί πολίτες και ελεύθερες προσωπικότητες».

Πού είναι το διαστροφικό; Πού είναι το επαναστατικό, το ανατρεπτικό, το επικίνδυνο;

Εδώ βλέπουμε ότι δεν κανονίζουμε τη ζωή συνανθρώπων μας και συμπολιτών μας με βάση τα γούστα τους ή με βάση μια επιδίωξη απόλαυσης.

Εδώ τα κανονίζουμε με βάση μια υψηλή ευθύνη που τους αναθέτουμε και την οποία δέχονται και αποδέχονται και προσχωρούν σε αυτήν την ευθύνη.

Δεν τους χαρίζουμε απόλαυση. Δεν τους χαρίζουμε γούστο, δεν τους χαρίζουμε κάτι το περίεργο.

Ευθύνη αναλαμβάνουν, ευθύνη θεσμοθετούμε και εμένα προσωπικά, ως συντηρητικό και παραδοσιακό άνθρωπο μου αρέσει να προσχωρούν σε θεσμούς ευθύνης όλα τα μέλη της κοινωνίας.

Αυτό κάνουμε σήμερα κι αυτό αποδέχονται. Κι όσοι νομίζουν ότι κινδυνολογώντας για τις αξίες, τα έθιμα και τις παραδόσεις ότι δήθεν υπονομεύονται και κλονίζονται και ότι θα γκρεμιστούν και ότι θα καταργηθεί η παραδοσιακή οικογένεια, η οποία αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, αλλά δεν είναι κάτι το υποχρεωτικό, επιτέλους, τουλάχιστον υπερβάλλουν.

Είναι όμως η συντριπτική πλειοψηφία η παραδοσιακή οικογένεια. Και η οποία παραδοσιακή οικογένεια έχει κρατήσει όρθιο αυτό το Έθνος σε δύσκολες εποχές.

Και η παραδοσιακή οικογένεια, ο πατέρας και η μάνα, είναι ένα υπόδειγμα σεβαστό, εις το οποίο όλοι έχουμε γαλουχηθεί.

Τώρα, αυτήν την παραδοσιακή οικογένεια, αυτοί που τόσο πολύ την υποστηρίζουν, τόσο λίγο αισθάνονται ότι πρέπει να της έχουν εμπιστοσύνη;

Τόσο λίγη εμπιστοσύνη έχετε στους παραδοσιακούς θεσμούς, ώστε νομίζετε επειδή μία μειοψηφία συμπολιτών μας εθελοντικά και με τη δική μας θεσμική πρωτοβουλία μπαίνουν στην ίδια ευθύνη την οικογενειακή, απειλούν τα ιερά και τα όσια του Έθνους;

Τόσο λίγο εμπιστεύεστε τα ιερά και τα όσια του Έθνους;

Ή μήπως κάποιοι ελάχιστοι από σας είστε εμπορευόμενοι τις αξίες ή παριστάνετε τους θιασώτες αυτών των ιερών και οσίων του Έθνους;

Αυτή η οικογένεια, την οποία βλέπετε εσείς σήμερα να σωριάζεται κάτω, η δική μου οικογένεια, η οικογένεια του πατέρα μου, του παππού μου, του προπαππού μου, αυτή η οικογένεια επεβίωσε τουρκοκρατίας, επεβίωσε χειμαζόμενων περιόδων της ελληνικής ζωής και συνέβαλε να κρατηθεί όρθια η Ελλάδα.

Και αυτή η οικογένεια δεν χρειάζεται υποχρεωτικότητες, κινδυνολογίες, δεν χρειάζεται τοξικότητες για να κρατηθεί όρθια.

Θα κρατηθεί όρθια γιατί είναι ένας άξιος θεσμός δοκιμασμένος, αλλά η ίδια η μορφή της οικογένειας, όπως και άλλων εννοιών, εξελίσσεται.

Εξελίσσεται κι έχει γίνει δεκτό, σε πάρα πολλές χώρες του πολιτισμένου κόσμου ότι υπάρχει και μία άλλη μορφή οικογένειας, όχι πλειοψηφική και όχι συντριπτική. Μίας άλλης μορφής οικογένεια, η οποία υπαγορεύεται από την ανάγκη, που νιώθουν άνθρωποι να είναι μαζί χωρίς να είναι διαφορετικού φύλου.

Αυτό δεν έχουμε λόγο ούτε να το φοβόμαστε, ούτε να το αποσκορακίζουμε, ούτε να το λοιδορούμε, ούτε να το εμπαίζουμε.

Αλλά κυρίως ούτε να το φοβόμαστε κινδυνολογώντας.

Υπάρχει αυτή η διάσταση.

Αυτή τη διάσταση σήμερα φροντίζουμε.

Αυτή την οικογένεια σήμερα καλωσορίζουμε, στη χορεία του πιο παραδοσιακού θεσμού της ελληνικής κοινωνίας, κι αυτή η οικογένεια, επαναλαμβάνω, δεν πρόκειται ούτε να απειλήσει, ούτε να υπονομεύσει την πατρίδα.

Γιατί εμείς, που ειλικρινώς, χωρίς να παριστάνουμε τους αμύντορες των παραδόσεων, έχουμε εμπιστοσύνη σε αυτή τη μορφή της οικογένειας εις την οποία οι περισσότεροι από εμάς έχουμε ορκιστεί και εις την οποίαν ανήκουμε.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ένα από τα σπουδαιότερα συγγράμματα του οικογενειακού δικαίου, έχει γραφεί από τον Ανδρέα Τούση, αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, διωχθέντα επί δικτατορίας, ο οποίος το 1950 έγραψε το οικογενειακό του δίκαιο, εις το οποίο εξηγεί στην εισαγωγή του πως η οικογένεια προϋπήρξε του κράτους.

Εξηγεί, ότι ο αστικός κώδιξ δεν δίνει τον ορισμό του γάμου «ως εκ των δυσχερειών να περιληφθεί εν τοιούτω η έννοια αυτή».

Εξηγεί ότι υπήρξαν στο διάβα των αιώνων παρά πολλές οικογένειες τις οποίες και παραθέτει.

Μιλάει για τη μονογαμία, μιλάει για την πολυγαμία, την πολυανδρία, διάφορες μορφές οικογένειας.

Εξηγεί πώς φτάσαμε στη σημερινή μορφή οικογένειας, τη σημερινή του 1950.

Από τότε έρρευσεν πολύ ύδωρ υπό τας γεφύρας.

Διαμορφώνεται μία άλλη έννοια οικογένειας, η οποία είναι αποδεκτή στο δίκαιο των πολιτισμένων χωρών.

Η Ελλάδα, ούσα μέλος αυτής της χορείας των πολιτισμένων χωρών, υιοθετεί και θεσπίζει αυτή την οικογένεια.

Δεν πρόκειται αυτό να οδηγήσει σε κατάλυση της παραδοσιακής μορφής.

Ούτε απειλείται η παραδοσιακή μορφή. Έχουν γνώσιν οι φύλακες. Και κυρίως έχουν εμπιστοσύνη στην παραδοσιακή μορφή της οικογένειας, γι’ αυτό και ψηφίζουν και καλωσορίζουν στην θεσμική οικογένεια εκείνους τους συμπολίτες μας, οι οποίοι σήμερα με αυτό το νομοσχέδιο θα νοιώσουν ότι έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Υπό αυτή την έννοια στηρίζω αυτό το νομοσχέδιο, όχι παρά το ότι είμαι συντηρητικός αλλά επειδή ακριβώς είμαι συντηρητικός.

Σας ευχαριστώ.