Εξοχότατη κα Πρόεδρε της Βουλής των Αντιπροσώπων,

Εξοχότατη κα Επίτροπε,

Dear distinguished guests, dear colleagues, 

Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Κύριοι δικαστές, κύριοι πρέσβεις,

Κυρίες και κύριοι,

Νιώθω μεγάλη χαρά και τιμή που επισκέπτομαι για μία ακόμη φορά την Κύπρο με την ιδιότητα του Α΄ Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων.

Απευθύνομαι ενώπιόν σας σε μια ιστορική για τον ελληνισμό χρονική περίοδο. Η φετινή επέτειος των 20 χρόνων από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται σε μια περίοδο μεγάλων εντάσεων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. 

Η θωράκιση που προσφέρει η ευρωπαϊκή οικογένεια σε ένα κράτος-μέλος της αποδεικνύει και σήμερα την ιστορική σημασία της ένταξης της Κύπρου σε αυτήν και δικαιώνει τις προσπάθειες όλων όσων εργάστηκαν επί χρόνια για αυτό τον στόχο. 

Ωστόσο, φέτος έχουμε και τη «μαύρη» επέτειο των 50 χρόνων από το καλοκαίρι του 1974, όταν σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε η τουρκική εισβολή και ξεκίνησε έτσι η παράνομη κατοχή της Μεγαλονήσου. 

Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί θέλω να αναδείξω πως στα χρόνια που ακολούθησαν από το φριχτό καλοκαίρι του 1974 μέχρι και τα γεγονότα που συμβαίνουν σήμερα στην εποχή μας, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν υπήρξε μια δημοκρατία στάσιμη. Το αντίθετο θα έλεγα. 

Ξέρετε όλες κι όλοι ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήταν κάτι εύκολο και πολύ περισσότερο δεν ήταν κάτι αυτονόητο. Όμως δεν δειλιάσαμε ούτε στιγμή, έγινε πραγματικότητα. Για να συμβεί αυτό εργάστηκαν και συνεργάστηκαν πολλοί. Πολιτικοί, διπλωμάτες, ειδικοί επιστήμονες, από όλες τις πολιτικές δυνάμεις, τις διπλωματικές υπηρεσίες και τα πανεπιστήμια της ελεύθερης Κύπρου αλλά και της Ελλάδας. 

Η ένταξή σας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ιστορικό επίτευγμα το οποίο οφείλεται πρωτίστως στην εθνική μας συσπείρωση και ομοψυχία. Είχαμε πυξίδα και εξαρχής οι στόχοι ήταν ξεκάθαροι. Η Κύπρος ιστορικά και πολιτιστικά είχε κάθε δικαίωμα και πληρούσε κάθε προϋπόθεση για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Το γεγονός αυτό σίγουρα αναβάθμισε την Κυπριακή Δημοκρατία τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ανατολικής Μεσογείου. Θα ήταν όμως λάθος να πούμε πως η ευρωπαϊκή προοπτική της Κύπρου αποτελεί απάντηση σε κάποια τρίτη δύναμη. Είναι μία σταθερή, πολύπλευρη και πολυσήμαντη εθνική επιλογή. Γι’ αυτό η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τέθηκε από καμία πλευρά το 2004 ως ένα υποκατάστατο της ύψιστης εθνικής μας προτεραιότητας που ήταν και παραμένει ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής. Και βέβαια η ένταξη τέθηκε ως μέσο πραγμάτωσης αυτής της προτεραιότητας. 

Με άλλα λόγια η ιδιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σηματοδοτεί το διεθνές περίγραμμα εντός του οποίου τοποθετείται το Κυπριακό, με τις εγγυήσεις, τις σταθερές και τις υποχρεώσεις που αυτό περιλαμβάνει σε οικονομικό, πολιτικό αλλά και αξιακό επίπεδο. 

Μένουμε προσηλωμένοι στις προσπάθειες εξεύρεσης δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής, αμοιβαία αποδεκτής λύσης του Κυπριακού ζητήματος, στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αλλά και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. 

Απόδειξη των παραπάνω είναι ότι 20 χρόνια μετά το 2004, Ελλάδα και Κύπρος έχουμε καταφέρει πολλά και στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Για παράδειγμα, στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τα συμπεράσματα της 30ης Ιουνίου του 2023 εκφράζουν την ετοιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβει ενεργό ρόλο στην υποστήριξη όλων των σταδίων της διαδικασίας επίλυσης του Κυπριακού, υπό την αιγίδα, προφανώς, των Ηνωμένων Εθνών.

Ακόμα η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κατά το παρελθόν υιοθετήσει μέτρα σε βάρος της Τουρκίας, εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς της στην ανατολική Μεσόγειο, υποστηρίζοντας έτσι ενεργά την Κυπριακή Δημοκρατία. 

Η λύση που επιδιώκουμε μπορεί να εξευρεθεί μόνο με διαπραγματεύσεις. Στη συμπεφωνημένη και δεσμευτική για όλους βάση των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και με την απρόσκοπτη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια της επανενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Η λύση αυτή θα πρέπει να απαλλάξει την Κυπριακή Δημοκρατία από τον τουρκικό στρατό κατοχής και το αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων και δικαιωμάτων επέμβασης οιουδήποτε στις κυπριακές υποθέσεις. 

Ωστόσο, τα μηνύματα που η Τουρκία αποστέλλει με κάθε ευκαιρία ως προς την προοπτική επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό παραμένουν, δυστυχώς, αρνητικά. Για όσο χρόνο η Τουρκία συνεχίσει να εμμένει στις απαράδεκτες αξιώσεις της για λύση δύο κρατών, στις μεθοδεύσεις επιβολής νέων τετελεσμένων επί του εδάφους, καθώς και στη συνεχιζόμενη εκστρατεία στην οποία έχει επιδοθεί για την διεθνή αναβάθμιση της παράνομης αποσχιστικής οντότητας των κατεχομένων, δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. 

Όλα αυτά βεβαίως βρίσκονται εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου και εκτός του πλαισίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Έτσι, η τουρκική αδιαλλαξία δεν πρόκειται να αποδυναμώσει την προσήλωση της Ελλάδας στον στόχο επανέναρξης των διαπραγματεύσεων. 

Σε κάθε περίπτωση πάντως, το τρέχον κλίμα ύφεσης στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία θεωρώ ότι θα μπορούσε να συμβάλει θετικά και στην επίτευξη προόδου στο Κυπριακό. Αρχή της Ελλάδος είναι ότι εφόσον η Τουρκία εγκαταλείψει τις απαράδεκτες θέσεις της για λύση δύο κρατών και συμβάλλει αποφασιστικά και εποικοδομητικά στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, θα δημιουργηθούν συνθήκες πρωτοφανούς, πρωτόγνωρης πολιτικής σταθερότητας και οικονομικής ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. 

Στο πλαίσιο αυτό ελπίζω ότι και ο πρόσφατος διορισμός της προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για την Κύπρο, της κυρίας Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ, θα δώσει και αυτός ώθηση στις προσπάθειες για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων προς την κατεύθυνση αυτή. 

Θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω και από αυτό το βήμα, για μία ακόμη φορά, ότι η συμπόρευση των δύο Κοινοβουλίων Ελλάδας και Κύπρου στην κοινή μας προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού ζητήματος παραμένει αταλάντευτη. Η Ελλάδα δεν θα κουραστεί να υπενθυμίζει στη διεθνή κοινότητα ότι το Κυπριακό αποτελεί πρωτίστως διεθνές ζήτημα εισβολής και κατοχής . 

Τέλος, με την αφορμή αυτή επιτρέψτε μου να σας συγχαρώ για τις προσπάθειες που η Κυπριακή Δημοκρατία έχει καταβάλει για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα, ειδικά μέσω των προσπαθειών της για το άνοιγμα ενός θαλάσσιου ανθρωπιστικού διαδρόμου. 

Με την ελπίδα λοιπόν και την προσμονή η πολυπόθητη μέρα της επανένωσης της νήσου και της επιστροφής όλων των Κυπρίων στις πατρογονικές τους εστίες να μην αργήσει περισσότερο, σας εύχομαι καλή δύναμη ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να συνεχίσει τη θετική της πορεία στην ευρωπαϊκή οικογένεια, με τα οφέλη, προφανώς, που συνεπάγονται και για την χώρα αλλά και για τον κυπριακό λαό.

Σας ευχαριστώ πολύ.