Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΦΙΛΙΩΝ A΄.

Η Μονή του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται ανατολικά του χωριου Φίλια Καλαβρύτων, στη νότια πλευρά του βουνού Θισβετίου. Η ημερομηνία ίδρυσης της Μονής δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένη. Θεωρείται σύγχρονη της μονής Αγίας Λαύρας, ιδρυθείσα από Πελοποννήσιο μοναχό του Αγίου Όρους προς τιμή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανασίου του Μεγάλου.

Θέση και χρονολογία ιδρύσεως της Μονής Η Ιερά Μονή βρίσκεται ανατολικώς του χ. Φίλια, επί της νότιας πλευράς του βουνού Θισβέτιου σε μαγευτική θέση μέσα σε δάσος δρυ- ών, μελιών, πρίνων και κυπαρισσιών.

Έμμεση αναφορά για την Μονή έχουμε από το γεγονός ότι επί ηγεμονίας του σουλτάνου Σελίμ Α΄ του σκληρού (1512 – 1520), ο Ιωάννης ή Γεώργιος Τσερνωτάς (Τσερνοτάμπεης) κάτοικος της περιοχής, ανακάλυψε συμπωματικά, οργώνοντας ένα κτήμα της Μονής Αγίου Αθανασίου Φίλιων, ένα θησαυρό του αρχαίου Κλείτορα. Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώνει την ύπαρξη αλλά και τον πλούτο της Μονής την εποχή αυτή.

Κατά την παράδοση, η ίδρυσή της ανάγεται στα τέλη του 10ου αιώνα όταν Αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Νικηφόρος Φωκάς. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για την ύπαρξη της Μονής προέρχεται από πατριαρχικό σιγίλιο του 1652, σύμφωνα με το οποίο ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιος Α΄ την ανακηρύσσει σε πατριαρχική και σταυροπηγιακή. Το 1781, ο Πατριάρχη Γαβριήλ ο Δ΄ ανανέωσε τα προνόμια της Μονής με νέο Πατριαρχικό σιγίλιο ενώ λίγο αργότερα το 1798 ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, αφού ανανέωσε και αυτός τα προνόμια της Μονής, όρισε, παράλληλα, την ετήσια εισφορά της Μονής προς το Πατριαρχείο στα 105 γρόσια.

Είναι αφιερωμένη στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιο τον Μέγα και εορτάζει κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του αγίου και στις 2 Μαΐου, ημέρα ανακομιδής των ιερών λειψάνων του.

Το έτος ιδρύσεως της Μονής του Αγίου Αθανασίου, δεν είναι ιστο- ρικώς εξακριβωμένο. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι είναι σύγχρονη τής Αγίας Λαύρας και του Αγίου Νικολάου Βλασίας. Ιδρύθηκε από Πελο- ποννήσιο μοναχό του Αγίου Όρους που επανήλθε στην πατρίδα του. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε πριν από 1000 και πλέον χρόνια.

Η ίδρυση της Αγίας Λαύρας τοποθετείται στα 961 επί αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, άρα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι και η Μονή του Αγ. Αθανα- σίου ιδρύθηκε την ίδια περίπου εποχή. Κατά την παράδοση, ή Μονή αρχικά εκτίσθη, δυτικά των Φιλίων, κοντά στο χωριό Σκοτάνη, επί του βουνού του Αγ. Αθανασίου στο οποίο άλλοτε βρισκόταν ο ναός της Κορίας Αθηνάς, της αρχαίας πόλε- ως του Κλείτορος, στα ερείπια του οποίου φαίνεται ότι κτίστηκε. Στη θέση αυτή υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου.

Το βουνό Άγιος Αθανάσιος. 6 Η ανωτέρω θέση εγκαταλείφθηκε, σε άγνωστο χρόνο, πιθανόν διότι η θέση αυτή ήταν άνυδρη, τραχιά και πετρώδης. Μεταφέρθηκε σε άλλη θέση βόρεια της τωρινής, πλησίον της λεγόμενης σπηλιάς του Δράγ- γου, όπου σώζονται ερείπια κελιών και αποθηκών. Η θέση αυτή ονομά- ζεται από τους κατοίκους της περιοχής, Παλιομονάστηρο.

Η θέση αυτή χρησιμοποιήθηκε αργότερα όταν η Μονή πλέον είχε μεταφερθεί στην σημερινή της θέση, ως μετόχιον. Οι λόγοι που οδήγησαν στην εγκατά- Κατσάνα Σπηλιά Δράγγου 7 λειψη και αυτής της θέσης είναι άγνωστοι. Πιθανόν να οφείλεται στο απόκρημνο του εδάφους, στην εγγύτητα προς την κοίτη του Αροανείου ποταμού, που θα καθιστούσε την διαμονή ανθυγιεινή λόγω της ελονο- σίας που μάστιζε την περιοχή και διότι ήταν πλησίον της οδού Καλα- βρύτων – Τριπόλεως και οι μοναχοί θα υφίσταντο συχνές ενοχλήσεις από τους διερχόμενους από τον δρόμο.

Τελικά η Μονή μεταφέρθηκε οριστικά στην σημερινή της θέση. Στο υπέρθυρο του καθολικού της Μονής αναγράφεται, επί εντει- χισμένου μαρμάρινου λίθου, η χρονολογία αποπεράτωσης του ναού που με Ελληνικούς χαρακτήρες είναι «ΑΨΞΓ» που αντιστοιχεί στο έτος 1763. Αυτό σημαίνει ότι η Μονή είχε εγκατασταθεί στη θέση αυτή πριν από την ημερομηνία αυτή. Επίσης υπάρχει σωζόμενο έγγραφο αγοράς εκτάσεως, πλησίον του μύλου της Μονής, στην θέση Αγγελική, του 1770 που αποδεικνύει την παλαιότητά της.

Η Μονή ήταν κοινοβιακή. Το έτος 1652 ή 1653, ανακηρύχτηκε ως πατριαρχική και σταυροπηγιακή και της εδόθη ελευθερία και αυτονο- μία, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιο Α΄. Σημειώνεται ότι, σταυροπηγιακές ήταν οι μονές που στα θεμέλιά τους είχε τοποθε- τηθεί σταυρός σταλμένος από τον Πατριάρχη.

Ως πατριαρχική, η Μονή υπαγόταν απευθείας στον Πατριάρχη και όχι στον οικείο μητροπολίτη. Το 1781 με νέο Πατριαρχικό σιγίλιο του Πατριάρχη Γαβριήλ του Δ΄, ανα- νεώθηκαν τα προνόμια της Μονής. Στην Μονή της Αγ. Λαύρας υπάρχει συνοδικό σιγίλιο, του 1798, γραμμένο σε περγαμηνή, του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, που ανανεώνει την ανακήρυξη του Παΐσιου και ορίζει την ετήσια εισφορά της Μονής προς το Πατριαρχείο, σε 105 γρόσια.

Η Μονή ήταν μικτή, δηλαδή σε αυτήν μόναζαν άνδρες και γυναίκες, οι οποίες διέμεναν μακριά από τους μοναχούς σε οίκημα που αργότερα μετατράπηκε σε στάβλο. Από έγγραφο (διαθήκη μοναχής) που υπάρχει, αποδεικνύεται ότι στην Μονή υπήρχαν μοναχές πριν από την επανά- σταση του 1821.

Για το κτίσιμο της Μονής έχουν χρησιμοποιηθεί αρχιτεκτονικά μέλη από κτήρια και ναούς του αρχαίου Κλείτορα, που και σήμερα είναι εμ- φανή. 8 Β΄.

Η Μονή και ο Ναός Η Μονή είναι διώροφος και σε κάποια τμήματα τριώροφος, λιθό- κτιστος και αρίστης κατασκευής.

Έχει μήκος 115 βημάτων (70 μέτρων) και πλάτος 50. Περιλαμβάνει 60 δωμάτια από τα οποία 50 κελιά και 10 αποθήκες.

Μπροστά από αυτήν υπάρχει πλακόστρωτο προαύλιο και στο εσωτερικό της ευρύχωρη πλατεία πλάτους 25 και μήκους 60 περίπου βη- μάτων, αρχομένη από την είσοδο του ναού και εκτεινόμενη προς δυσμάς, εντός δε αυτής υπάρχει δεξαμενή όμβριων υδάτων.

Υπήρχε στην πλατεία συστάδα μεγάλων κυπαρισσιών κάτω από τα οποία, κατά την παράδο- ση, έχει ενταφιαστεί ο Μητροπολίτης Ανδρούσης Κωνστάντιος που μαζί με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τους προκρίτους της επαρχίας Κα- λαβρύτων, μετείχε στα γεγονότα της Αγ. Λαύρας κατά την επανάσταση του 1821.

Κατά μήκος της μεσημβρινής και βόρειας πλευράς της Μονής υπήρχαν εσωτερικώς μεγάλοι και πλατιοί εξώστες.

Η βιβλιοθήκη της Μονής στεγαζόταν σε ξεχωριστό κελί. Επί της εσωτερικής μεσημβρινής πλευράς της Μονής, πλησίον του ναού, ήσαν ανηρτημένα το τάλαντο και το σήμαντρο αυτής. Στον εξώστη της βόρειας πλευράς αυτής, υπήρχε ει- δικά κατασκευασμένο ικρίωμα, το κωδωνοστάσιο. Σε αυτό ήταν αναρτη- μένη καμπάνα, που ήταν ανάθημα του Μητροπολίτη Χριστιανουπόλεως Γερμανού. Στην καμπάνα υπάρχουν γλυπτές παραστάσεις τής Παναγίας, τής σταυρώσεως του Χριστού και του Αγίου Αθανασίου, και επιγραφή:

 

«ΑΝΑΘΗΜΑ ΕΝ ΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥ< ΕΤΟΣ ΑΩΚ VEΝΕΤΙΑ. FUSORIS OPUS».

Η καμπάνα αυτή υπάρχει μέ- χρι σήμερα. Η μεσημβρινή πτέρυ- γα τής Μονής φαίνεται ότι ανακαινίσθηκε το έτος 1862, όπως προκύ- πτει από σωζόμενη επι- γραφή σε ισόγειο κελί που φέρει την επιγραφή Η πύλη της Μονής. 9 ΑΩΞΒ ΦΕΒ 20. Η πύλη εισόδου της Μονής ανακαινίσθηκε κατά το έτος 1892 όπως προκύπτει από την χρονολογία που αναγράφεται στο υπέρ- θυρο, πάνω από το οποίο είναι εντοιχισμένη η εικόνα του Αγίου Αθανα- σίου που είναι καλυμμένη με γυάλινο κάλυμμα. Ο ναός είναι βασιλική τρίκλιτος με τρούλο, κεραμοσκεπής, λιθό- κτιστος, πλακόστρωτος, σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, έχοντας μήκος 25 βημάτων, πλάτος 16 και σημαντικό ύψος. Είναι κτι- σμένος με λίθους, μάρμαρα και κίονες οι οποίοι ασφαλώς μεταφέρθη- καν από τον αρχαίο Κλείτορα. Οί 4 κίονες που βαστάζουν τον τρούλο, οι όποιοι τώρα έχουν καλυφτεί με ασβεστοκονίαμα, είναι μαρμάρινοι. Επί του τρίτου παραθύρου τής μεσημβρινής πλευράς του ναού υπάρχει μαρμάρινος εντοιχισμένος λίθος στον οποίο αναγράφονται ονόματα της ρωμαϊκής περιόδου. Στον δεξιό παραστάτη της θύρας της εισόδου του ναού υπάρχει μαρμάρινη πλάκα, από την οποία προκύπτει ότι ο ναός ανακαινίσθηκε, άγνωστο πότε, διότι δεν φέρει χρονολογία, με την επιγραφή:

 

Η  ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΦΙΛΙΩΝ

Είναι αφιερωμένη στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιο τον Μέγα και εορτάζει κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του αγίου και στις 2 Μαΐου, ημέρα ανακομιδής των ιερών λειψάνων του.

Το έτος ιδρύσεως της Μονής του Αγίου Αθανασίου, δεν είναι ιστο- ρικώς εξακριβωμένο. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι είναι σύγχρονη τής Αγίας Λαύρας και του Αγίου Νικολάου Βλασίας. Ιδρύθηκε από Πελο- ποννήσιο μοναχό του Αγίου Όρους που επανήλθε στην πατρίδα του. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε πριν από 1000 και πλέον χρόνια.

Η ίδρυση της Αγίας Λαύρας τοποθετείται στα 961 επί αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, άρα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι και η Μονή του Αγ. Αθανα- σίου ιδρύθηκε την ίδια περίπου εποχή. Κατά την παράδοση, ή Μονή αρχικά εκτίσθη, δυτικά των Φιλίων, κοντά στο χωριό Σκοτάνη, επί του βουνού του Αγ. Αθανασίου στο οποίο άλλοτε βρισκόταν ο ναός της Κορίας Αθηνάς, της αρχαίας πόλε- ως του Κλείτορος, στα ερείπια του οποίου φαίνεται ότι κτίστηκε. Στη θέση αυτή υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου.

Το βουνό Άγιος Αθανάσιος. 6 Η ανωτέρω θέση εγκαταλείφθηκε, σε άγνωστο χρόνο, πιθανόν διότι η θέση αυτή ήταν άνυδρη, τραχιά και πετρώδης. Μεταφέρθηκε σε άλλη θέση βόρεια της τωρινής, πλησίον της λεγόμενης σπηλιάς του Δράγ- γου, όπου σώζονται ερείπια κελιών και αποθηκών. Η θέση αυτή ονομά- ζεται από τους κατοίκους της περιοχής, Παλιομονάστηρο.

Η θέση αυτή χρησιμοποιήθηκε αργότερα όταν η Μονή πλέον είχε μεταφερθεί στην σημερινή της θέση, ως μετόχιον. Οι λόγοι που οδήγησαν στην εγκατά- Κατσάνα Σπηλιά Δράγγου 7 λειψη και αυτής της θέσης είναι άγνωστοι. Πιθανόν να οφείλεται στο απόκρημνο του εδάφους, στην εγγύτητα προς την κοίτη του Αροανείου ποταμού, που θα καθιστούσε την διαμονή ανθυγιεινή λόγω της ελονο- σίας που μάστιζε την περιοχή και διότι ήταν πλησίον της οδού Καλα- βρύτων – Τριπόλεως και οι μοναχοί θα υφίσταντο συχνές ενοχλήσεις από τους διερχόμενους από τον δρόμο.

Τελικά η Μονή μεταφέρθηκε οριστικά στην σημερινή της θέση. Στο υπέρθυρο του καθολικού της Μονής αναγράφεται, επί εντει- χισμένου μαρμάρινου λίθου, η χρονολογία αποπεράτωσης του ναού που με Ελληνικούς χαρακτήρες είναι «ΑΨΞΓ» που αντιστοιχεί στο έτος 1763. Αυτό σημαίνει ότι η Μονή είχε εγκατασταθεί στη θέση αυτή πριν από την ημερομηνία αυτή. Επίσης υπάρχει σωζόμενο έγγραφο αγοράς εκτάσεως, πλησίον του μύλου της Μονής, στην θέση Αγγελική, του 1770 που αποδεικνύει την παλαιότητά της.

Η Μονή ήταν κοινοβιακή. Το έτος 1652 ή 1653, ανακηρύχτηκε ως πατριαρχική και σταυροπηγιακή και της εδόθη ελευθερία και αυτονο- μία, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιο Α΄. Σημειώνεται ότι, σταυροπηγιακές ήταν οι μονές που στα θεμέλιά τους είχε τοποθε- τηθεί σταυρός σταλμένος από τον Πατριάρχη.

Ως πατριαρχική, η Μονή υπαγόταν απευθείας στον Πατριάρχη και όχι στον οικείο μητροπολίτη. Το 1781 με νέο Πατριαρχικό σιγίλιο του Πατριάρχη Γαβριήλ του Δ΄, ανα- νεώθηκαν τα προνόμια της Μονής. Στην Μονή της Αγ. Λαύρας υπάρχει συνοδικό σιγίλιο, του 1798, γραμμένο σε περγαμηνή, του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, που ανανεώνει την ανακήρυξη του Παΐσιου και ορίζει την ετήσια εισφορά της Μονής προς το Πατριαρχείο, σε 105 γρόσια.

Η Μονή ήταν μικτή, δηλαδή σε αυτήν μόναζαν άνδρες και γυναίκες, οι οποίες διέμεναν μακριά από τους μοναχούς σε οίκημα που αργότερα μετατράπηκε σε στάβλο. Από έγγραφο (διαθήκη μοναχής) που υπάρχει, αποδεικνύεται ότι στην Μονή υπήρχαν μοναχές πριν από την επανά- σταση του 1821.

Για το κτίσιμο της Μονής έχουν χρησιμοποιηθεί αρχιτεκτονικά μέλη από κτήρια και ναούς του αρχαίου Κλείτορα, που και σήμερα είναι εμ- φανή. 8 Β΄.

Η Μονή και ο Ναός Η Μονή είναι διώροφος και σε κάποια τμήματα τριώροφος, λιθό- κτιστος και αρίστης κατασκευής.

Έχει μήκος 115 βημάτων (70 μέτρων) και πλάτος 50. Περιλαμβάνει 60 δωμάτια από τα οποία 50 κελιά και 10 αποθήκες.

Μπροστά από αυτήν υπάρχει πλακόστρωτο προαύλιο και στο εσωτερικό της ευρύχωρη πλατεία πλάτους 25 και μήκους 60 περίπου βη- μάτων, αρχομένη από την είσοδο του ναού και εκτεινόμενη προς δυσμάς, εντός δε αυτής υπάρχει δεξαμενή όμβριων υδάτων.

Υπήρχε στην πλατεία συστάδα μεγάλων κυπαρισσιών κάτω από τα οποία, κατά την παράδο- ση, έχει ενταφιαστεί ο Μητροπολίτης Ανδρούσης Κωνστάντιος που μαζί με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τους προκρίτους της επαρχίας Κα- λαβρύτων, μετείχε στα γεγονότα της Αγ. Λαύρας κατά την επανάσταση του 1821.

Κατά μήκος της μεσημβρινής και βόρειας πλευράς της Μονής υπήρχαν εσωτερικώς μεγάλοι και πλατιοί εξώστες.

Η βιβλιοθήκη της Μονής στεγαζόταν σε ξεχωριστό κελί. Επί της εσωτερικής μεσημβρινής πλευράς της Μονής, πλησίον του ναού, ήσαν ανηρτημένα το τάλαντο και το σήμαντρο αυτής. Στον εξώστη της βόρειας πλευράς αυτής, υπήρχε ει- δικά κατασκευασμένο ικρίωμα, το κωδωνοστάσιο. Σε αυτό ήταν αναρτη- μένη καμπάνα, που ήταν ανάθημα του Μητροπολίτη Χριστιανουπόλεως Γερμανού. Στην καμπάνα υπάρχουν γλυπτές παραστάσεις τής Παναγίας, τής σταυρώσεως του Χριστού και του Αγίου Αθανασίου, και επιγραφή:

«ΑΝΑΘΗΜΑ ΕΝ ΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥ< ΕΤΟΣ ΑΩΚ VEΝΕΤΙΑ. FUSORIS OPUS».

Η καμπάνα αυτή υπάρχει μέ- χρι σήμερα. Η μεσημβρινή πτέρυ- γα τής Μονής φαίνεται ότι ανακαινίσθηκε το έτος 1862, όπως προκύ- πτει από σωζόμενη επι- γραφή σε ισόγειο κελί που φέρει την επιγραφή Η πύλη της Μονής. 9 ΑΩΞΒ ΦΕΒ 20. Η πύλη εισόδου της Μονής ανακαινίσθηκε κατά το έτος 1892 όπως προκύπτει από την χρονολογία που αναγράφεται στο υπέρ- θυρο, πάνω από το οποίο είναι εντοιχισμένη η εικόνα του Αγίου Αθανα- σίου που είναι καλυμμένη με γυάλινο κάλυμμα. Ο ναός είναι βασιλική τρίκλιτος με τρούλο, κεραμοσκεπής, λιθό- κτιστος, πλακόστρωτος, σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, έχοντας μήκος 25 βημάτων, πλάτος 16 και σημαντικό ύψος. Είναι κτι- σμένος με λίθους, μάρμαρα και κίονες οι οποίοι ασφαλώς μεταφέρθη- καν από τον αρχαίο Κλείτορα. Οί 4 κίονες που βαστάζουν τον τρούλο, οι όποιοι τώρα έχουν καλυφτεί με ασβεστοκονίαμα, είναι μαρμάρινοι. Επί του τρίτου παραθύρου τής μεσημβρινής πλευράς του ναού υπάρχει μαρμάρινος εντοιχισμένος λίθος στον οποίο αναγράφονται ονόματα της ρωμαϊκής περιόδου. Στον δεξιό παραστάτη της θύρας της εισόδου του ναού υπάρχει μαρμάρινη πλάκα, από την οποία προκύπτει ότι ο ναός ανακαινίσθηκε, άγνωστο πότε, διότι δεν φέρει χρονολογία, με την επιγραφή:

 

«ΑΝΕΚΑΙ- ΝΙΣΘΗ ΟΥΤΟΣ Ο ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΙΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑ- ΤΕΡΩΝ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΑΖΑΡΙΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΚΑΙ ΣΑΒΒΑ».

Ο ναός κοσμείται εξωτερικώς με 5 παλαιά Ροδιακά «πιάτα», εκ των οποίων τα δύο είναι εντοιχισμένα επί της προσόψεως και τα άλλα στην ανατολική πλευρά άνω της κόγχης αυτού. Ο ναός είχε ξυλόγλυπτο τέ- μπλο με πολλές εικόνες, μεταξύ των οποίων και αυτή του Αγ. Αθανασί- ου, όλα όμως αυτά κατεκάησαν κατά την πυρπόληση της Μονής κατά το έτος 1943 από τους Γερμανούς. Σήμερον υπάρχουν δύο μόνον πα- λαιές εικόνες στον ναό. Στη μία εικονίζονται η Αγία Τριάδα και οι Άγιοι Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, Κύριλλος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Χαράλαμπος, Αγ. Παρασκευή και Ζωοδόχος Πηγή (Παναγία). Επί αυ- τής υπάρχει η επιγραφή.

«ΕΖΩΓΡΑΦΗΘΗ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΙΚΩΝ ΕΝ ΕΤΕΙ 1845 ΜΗΝΙ ΔΕΚΕΜΒΡΙΩ 1845 ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΕΜΟΥ ΑΣΗΜΑ- ΚΗ (το επώνυμο δυσανάγνωστο, πιθανώς Σωτηρίου) ΕΚ ΣΟΥΔΕΝΩΝ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ. ΔΑΠΑΝΗ ΤΟΥ ΕΥΣΕΒΟΥΣ ΚΥΡΟΥ ΚΥΡΙΛ- ΛΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ».

Η άλλη εικόνα είναι πολύ παλαιοτέρα, βυζαντινής τέχνης, και παριστά την κοίμηση της Θεοτόκου. 10 Γ΄. Η ιστορία της Μονής Έμμεση αναφορά για την Μονή έχουμε από το γεγονός ότι επί ηγε- μονίας του σουλτάνου Σελίμ Α΄ του σκληρού (1512 – 1520), Ιωάννης ή Γεώργιος Τσερνωτάς (Τσερνοτάμπεης) κάτοικος της περιοχής, ανα- κάλυψε συμπτωματικά, οργώνοντας ένα βακούφικο κτήμα της Μονής Αγίου Αθανασίου Φίλιων, ένα θησαυρό του αρχαίου Κλείτορα. Η πλη- ροφορία αυτή επιβεβαιώνει την ύπαρξη αλλά και τον πλούτο της Μο- νής την εποχή αυτή. Η Μονή είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία προ του 1821. Το γόη- τρό της ήταν μεγάλο όχι μόνο στην περιφέρεια τής Κλειτορολευκασίας, άλλα και πολύ πέρα από αύτη. Το κύρος και το γόητρο προήρχοντο από το γεγονός ότι οι μοναχοί του Αγ. Αθανασίου διήγαν εξόχως ενάρετο βίο διακρινόμενοι για την ευσέβεια και την αυστηρή προσήλωσή τους προς τους κανόνας και τα έθιμα του μοναστικού βίου. Η Μονή περιήλθε σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, άγνωστο για ποιούς λόγους, οπότε απέστειλε το 1816 τον προηγούμενο Ακάκιο, με συνοδεία μοναχών, προς τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Κύριλλο ΣΤ΄ στην Κωνσταντινούπολη, για να πετύχει οικονομική ενίσχυση της Μονής. Ο Ακάκιος πέτυχε να εκδοθεί από τον Πατριάρχη Κύριλλο έκ- κληση συστατική (το πρωτότυπο σώζεται στην Αγία Λαύρα) προς τον κλήρο και τον λαό, με χρονολογία μηνός Απριλίου 1816, διά της οποίας προτρέπει όπως τον συνδράμουν κατά την διάρκεια τής περιοδείας του στην Κωνσταντινούπολη και άλλου, προς ανακούφιση των δεινοπα- θούντων μοναχών του Αγ. Αθανασίου. Οι έρανοι, όπως φαίνεται, ήταν λίαν αποδοτικοί, διότι η Μονή όχι μόνο εξόφλησε τα χρέη της, αλλά δάνεισε και σημαντικά ποσά προς τις κοινότητες Λυκουρίας (1820), Τσερωτά (1826) και την Πελοποννησιακή Γερουσία (1822), για την δι- εξαγωγή του απελευθερωτικού αγώνα του 1821. Μάλιστα στο σχετικό έγγραφο αναφέρεται ότι η Μονή πρόθυμα ανταπεξήλθε στην έκκληση της Κυβερνήσεως για ενίσχυση του αγώνα. Αναφέρεται ότι η Μονή είχε μετόχι στην Πρίγκηπο στο οποίο διέμε- ναν επιφανείς Πελοποννήσιοι κατά την επίσκεψή τους στην Κωνστα- ντινούπολη. Η Μονή κατείχε 15 λείψανα των κάτωθι αγίων και μαρτύρων τής 11 χριστιανικής πίστεως· Χαραλάμπους, Τρύφωνος, Άντύπα, Γερασίμου, Έρμολάου, Παντελεήμονος, Ιωάννου τού Ελεήμονος, Αρτεμίου, Μάμα- ντος, Μερκουρίου, Κοσμά του Αναργύρου, Αγίας Παρασκευής, Προκο- πίου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Αγίας Βαρβάρας, όπως προκύπτει από ηγουμενικό γράμμα του καθηγουμένου της Μονής Ακακίου, της 1ης Μαρτίου 1818. Από την Μονή προέρχονται και δύο διαπρεπείς ιεράρχες, ήρωες του αγώνα για την ελευθερία του έθνους, ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγό- ριος και ο Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως Γερμανός. Ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος εγεννήθη λίγο μετά το 1750 στο χωριό Ζουμπάτα του Δήμου Φαρών Αχαΐας. Απεστάλη από τον πα- τέρα του Κανέλλο στην Μονή του Αγ. Αθανασίου κοντά σε ένα μοναχό συγγενή του. Εκεί διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα, εκάρη μοναχός, ονο- μασθείς Γρηγόριος και μόνασε στην Μονή. Απεστάλη από την Μονή και φοίτησε στις σχολές Δημητσάνας και Ναυπλίου και μετά σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, στην Μεγάλη του Γένους Σχολή. Η άριστη μόρφωσή του, το ήθος του και τα σπάνια φυσικά του χαρίσματα συνε- τέλεσαν στο να εκλεγεί και χειροτονηθεί από απλός μοναχός, Μητρο- πολίτης Λακεδαιμονίας, όπως λεγόταν τότε ή Λακωνία, κατά το έτος 1777 σε ηλικία 25 περίπου ετών, επί Πατριάρχου Σωφρωνίου Β΄ (1774- 1780). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη θέση αυτή, περιέπεσε σε δυσμένεια του πασά Διοικητού της Πελοποννήσου, διότι υπέθαλπε τους κλέφτες, εφυλακίσθη, απελύθη όμως καταβάλλοντας ως λύτρα το ποσό των 30.000 γροσίων. Επειδή και μετά την αποφυλάκισή του εξακολούθησε υποθάλπτων τους κλέφτες και ιδιαίτερα τον περίφημο Ζαχαριά, ο πασάς διέταξε εκ νέου την σύλληψή του, άλλα αυτός κατόρ- θωσε να διαφύγει και μεταβαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη, επέτυχε την ανάκληση του πασά από την Πελοπόννησο. Στη συνέχεια τοπο- θετήθηκε ως Αρχιεπίσκοπος Βιδινίου, όπου και παρέμεινε αρκετά έτη. Κατά το 1801 μετετέθη στην Μητρόπολη Δέρκων από την οποία, λόγω των πολλαπλών γνώσεών του και τής μεγάλης πείρας του, εκλήθη ως συνοδικός στην Κωνσταντινούπολη μέχρι το1821. Υπήρξε από τα πρώ- τα μέλη της Φιλικής εταιρίας. Τον Απρίλιο του 1821 συνελήφθη και εφυλακίσθη από τους Τούρ- κους ως ενεχόμενος στην Ελληνική επανάσταση και την 3ην Ιουνίου 12 του ιδίου έτους απηγχονίσθη μπροστά στην οικία του στα Θεραπειά της Κωνσταντινούπολης. Βάδισε άφοβα προς τον θάνατον, ψάλλων την νεκρώσιμο ακολουθία του, ευλόγησε τον βρόγχο τής αγχόνης, ανέβη στο βάθρο ταύτης, έθεσε μόνος τον βρόγχο πέριξ του τραχήλου του, αρνηθείς να τον θέση δήμιος, και λακτίσας το βάθρο απηγχονίσθη. Ο Μητροπολίτης Γρηγόριος προσέφερε μεγάλες υπηρεσίας στο Έθνος και την Εκκλησία. Ήταν λαμπρός ρήτωρ και είχε σπάνια διπλω- ματική ικανότητα. Ο εθνικός ιστορικός Κων. Παπαρρηγόπουλος τον χαρακτηρίζει ως μέγα πατριώτη, κάτοχο μεγάλης μορφώσεως, εξόχου ήθους, ατρόμητο, εύστροφο, πολυμήχανο, διπλωματικότατο, δεινό ιπ- πέα. Περιγράφει αυτόν ως έχοντα μεγαλοπρεπές και επιβλητικό παρά- στημα και φωνή παρεμφερή προς πολεμική σάλπιγγα. Ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος, όπως προκύπτει από έγγραφο του ηγουμένου του Αγ. Αθανασίου Αμβροσίου Παπαρρηγόπουλου, σε πολλές δύσκολες περιστάσεις υποστήριξε την Μονή κατά τους χαλε- πούς χρόνους τής δουλείας. Διά δαπανών του κατασκευάστηκε ή εντός της Μονής κρήνη, έμπροσθεν του καθολικού αυτής, επί τής οποίας σώζεται η εξής επιγραφή:

«1819 ΜΑΙΟΥ 25 ΔΙΑ CYNΔPOMHC ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΔΕΡΚΩΝ ΚΥΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝ-ΝΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΑΚΑΚΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ. Ο Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως Γερμανός εγεννήθη στα Καλά- βρυτα περί το έτος 1760. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Παπαδόπου- λος, αυτός όμως έλαβε το επώνυμο Ζαφειρόπουλος εκ του πατρός του Ζαφείρη, που φονεύθηκε από τους Τούρκους. Η μητέρα του Θεοδώρα ήταν από το Μεσορρούγιο των Καλαβρύτων και καταγόταν από την αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια Φραντζή τής Κωνσταντινουπόλε- ως. Διετέλεσε διδάσκαλος των Ελληνικών γραμμάτων στη Θεσσαλονί- κη, το Βελιγράδι, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες και αλλού.

Κατά το 1810 εχειροτονήθη Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως (Κυπαρισσίας), που περιλάμβανε τις επαρχίες Τριφυλίας και Ολυμπίας. Ήταν ευφυής, κάτο- χος μεγάλης μορφώσεως, ενάρετος και προικισμένος με διπλωματική ευστροφία. Εργάστηκε με μεγάλη δραστηριότητα άλλα και σύνεση και διπλωματικότητα, για την προπαρασκευή του αγώνα για την ελευθε- ρία. Ήταν μέλος τής Πελοποννησιακής εφορίας της ανωτάτης 6μελούς αρχής των Φιλικών τής Πελοποννήσου και συμπεριλαμβάνεται στους 13 σημαντικότερους και δραστηριοτέρους Φιλικούς τής Πελοποννήσου.

Ο Φωτάκος στους βίους των Πελοποννησίων ανδρών αναφέρει ότι ήταν: «επίσημος για τις γνώσεις του και τον ενθουσιασμό του, σεβα- στός πολύ για τα εκκλησιαστικά του προτερήματα». Είχε μυηθεί στην Φιλική εταιρεία από τον Νικηφόρο Μπαμπούκη. Είναι βέβαιον ότι ο Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως Γερμανός, συ- γκατελέγετο στο δυναμικό τής Μονής του Μ. Σπηλαίου, διετέλεσε όμως δόκιμος μοναχός στον Άγιο Αθανάσιο. Ο Μητροπολίτης Χριστιανουπόλε- ως ενδιαφέρετο πάντοτε ζωηρότατα για την Μονή του Αγίου Αθανασίου. Το 1820 δώρισε την καμπάνα της Μονής που σώζεται μέχρι και σήμερα. Είναι αυτός που μύησε τους μοναχούς της Μονής στην Φιλική εταιρία. Ο Μητροπολίτης Γερμανός, όπως προκύπτει από υπάρχοντα έγγρα- φα, ήταν έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για την άσκηση των δικαιωμάτων του επί της Μονής.

Τον Ιανουάριο του 1821 (26- 30 Ια- νουαρίου 1821) συμμετείχε σε σύσκεψη, στο Αίγιο (Βοστίτσα) στο σπί- τι του Ανδρέα Λόντου, που αφορούσε την λήψη σοβαρών αποφάσεων για την επερχόμενη επανάσταση. Στην σύσκεψη αυτή συμμετείχαν και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Παπαφλέσσας και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης έγινε έρανος για την αντιμε- τώπιση των δαπανών του αγώνα.

Ο Γερμανός προσέφερε 6000 γρόσια που είχαν προέλθει από πώληση μετοχίου της Μονής στην περιφέρεια Πατρών. Οι λεπτομέρειες που αφορούσαν την πώληση του μετοχίου της Μονής αναγράφονταν σε σουλτανικό φιρμάνι που είχε αποστα- λεί στον Γερμανό, πέντε μήνες προ της συσκέψεως. Μετά την σύνοδο αυτή, οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να υποψιάζονται ότι κάτι ετοιμαζόταν. Κάλεσαν λοιπόν στην Τρίπολη, τις κεφαλές του Μοριά, ώστε να τους χρησιμοποιήσουν ως ομήρους, αν κάτι συνέβαινε. Ο καϊμακάμης απεί- λησε με γενική σφαγή αν δεν υπάκουαν.

Ο Γερμανός ήταν ο μόνος από την σύναξη ης Βοστίτσας που πήγε, γνωρίζοντας ότι βάδιζε προς τον θάνατο. Την 17 Απριλίου 1821 φυλακίζεται στα φοβερά μπουντρούμια των φυλακών Τριπόλεως μαζί και με άλλους προκρίτους που είχαν και αυτοί προσέλθει στο κάλεσμα των Τούρκων. Συνολικά είχαν φυλακιστεί 70 άτομα. Οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες.

Ο ιστορικός της επανάστα- σης Φιλήμων τις περιγράφει ως εξής: «Το κελί ήταν υπόγειο που δεν έμπαινε αέρας από πουθενά, ήταν αμυδρά φωτιζόμενο από ένα μι- 14 κρό παράθυρο που βρισκόταν ψηλά. Δεν είχε δάπεδο, ήταν μικρής χωρητικότητας, υγρό, ακάθαρτο, δυσώδες με πλήθος εντόμων και ζω- υφίων. Έβαλαν στον καθένα μια σιδερένια λαιμαριά κι έπειτα πέρα- σαν μέσα από μια χοντρή αλυσίδα, σαν το μπράτσο ενός άνδρα, που ζύγιζε 270 οκάδες, δένοντας 18 μαζί. Για τις φυσικές τους ανάγκες είχανε κουβάδες. Έτσι όποιος ήθελε να πάει ως αυτούς να ανακου- φιστεί, έπρεπε να κινηθούν συγχρόνως και οι άλλοι 17. Αν κάποιος ασθενούσε και έμενε ακίνητος, αναγκάζονταν και οι άλλοι να μένουν ακίνητοι.

Μοναδική τους τροφή ήταν ένα κριθαρένιο καρβέλι ανακα- τωμένο με σκύβαλα και χώματα, που το χώριζαν σε 18 μερίδες. Όπως πήγαιναν να σκάσουν από το στρίμωγμα, την ανάσα των ανθρώπων και τις ακαθαρσίες τους, ικέτεψαν να τους αραιώσουν. Και πράγματι οι Τούρκοι τους έκαναν το χατίρι, πήραν τους σωματοφύλακές τους, τους βγάλανε στην αυλή και τους έκοψαν. Κι έτσι διορθώθηκε κάπως το κακό… Πέντε μήνες κράτησε το μαρτύριο αυτό, ως την μέρα που οι Έλληνες μπήκαν νικητές, στην Τριπολιτσά.

Όταν τους έβγαλαν από το μπουντρούμι ήταν: «κατεσκληκότες, κάτωχροι, μέλανες από την ακαθαρσία, όζοντες βαρέως και φθειριώντες δίκην μυρμηκιάς από κεφαλής μέχρι ποδών… φάσματα του άδου μάλλον».

Ο επίσκο- πος Ανδρούσης Ιωσήφ, που και αυτός ήταν κρατούμενος των Τούρκων μαζί με τον Γερμανό, περιγράφοντας τις φριχτές συνθήκες διαβίωσής τους αναφέρει: «Οι ψείρες και οι κόρυες μιλιούνια μας βασάνιζαν, το δέρμα εκόλησε εις τα οστά. Η άλυσος ετρύπησε ακόμα και τα οστά μας και ηρχίσαμε να γινόμαστε σκωλυκόβρωτοι. Σκέλετρα γεγόναμε και απέβημεν αγνώριστοι». Τελικά ο Γερμανός πέθανε την 21 Σεπτεμβρίου 1821 από τις στερήσεις και τα βάσανα που τον υπέβαλλαν οι Τούρκοι, λίγο μετά την απελευθέρωσή του. Κατά την διάρκεια τής επαναστάσεως στην Μονή υπήρχαν 70 μο- ναχοί. Πολλοί από αυτούς αγωνίσθηκαν ηρωικά και πολέμησαν μαζί με τους άλλους Έλληνες.

Η Μονή είχε καταστεί κέντρο ανεφοδιασμού των μαχόμενων Ελλήνων, διότι εντός αυτής συγκεντρώνονταν όχι μόνο τα δικά της εφόδια, άλλα και τα εφόδια τής Κλειτορολευκασίας, τα οποία αποστέλλονταν γιά την συντήρηση των στρατοπέδων και των πολεμι- στών. Όπως ανωτέρω ελέχθη η Μονή κατά την 31 Μαρτίου 1822 δάνει- σε την Πελοποννησιακή Γερουσία το ποσό των 1000 γροσίων διά την 15 διεξαγωγή του αγώνος τής ελευθερίας. Προσέφερε ακόμη η Μονή το ποσό των 6000 γροσίων, τα όποια με εξουσιοδότηση του Μητροπολί- του Χριστιανουπόλεως Γερμανού εισέπραξε ο Παλαιών Πατρών Γερμα- νός από τον αγοραστή του μετοχίου της στην περιοχή των Πατρών και τα όποια αυτός διέθεσε για την αντιμετώπιση των δαπανών του αγώνα.

Η Μονή προσέφερε προς την Κυβέρνηση, διά την αντιμετώπιση των αναγκών του αγώνα, διάφορα αργυρά σκεύη μαζί με τις άλλες μονές της Πελοποννήσου. Τον Δεκέμβριο του 1825 η Μονή κατέστη πεδίον μάχης μεταξύ των στρατιωτών των Πετιμεζαίων και των Φιλαίων. Οι στρατιώτες του Γκολ- φίνου Πετιμεζά είχαν καταλάβει την Μονή, οι Φιλαίοι όμως υπό τους Θ. Σακελλαρίου και Ν. Χριστόπουλο, τούς εξεδίωξαν διά των όπλων, κα- τέλαβαν τα συγκεντρωμένα διά τον στρατό εφόδια και τα διένειμαν οι ίδιοι.

Οι στρατιώτες των Πετιμεζαίων, οι περισσότεροι των οποίων ήσαν Ρουμελιώτες, διάρπαξαν όλα τα πράγματα των κατοίκων των πέριξ τής Μονής χωριών, τα οποία είχαν μεταφερθεί εκεί προς ασφάλεια και λή- στεψαν και κακοποίησαν αγρίως τον ηγούμενο της Μονής, ο όποιος μόλις κατόρθωσε να σώσει την ζωή του δραπετεύσας από αυτήν.

Το θέρος του 1826 (15 Ιουλίου) η Μονή επυρπολήθη υπό των Αιγυ- πτίων του Ιμπραήμ, όπως και το παλαιό Μοναστήρι, που ήταν μετόχι της Μονής. Οι μοναχοί κατόρθωσαν να διασώσουν μέρος του αρχεί- ου της Μονής. Στο μετόχι της Μονής υπήρχε ο ναός των εισοδίων της Θεοτόκου, που καταστράφηκε ολοσχερώς. Στα γενικά αρχεία του κρά- τους σώζεται αίτηση του ιερομόναχου και πρώην ηγουμένου του Αγ. Αθανασίου Δαμιανού, με ημερομηνία 12 Σεπτεμβρίου 1840, προς την γραμματεία Εκκλησιαστικών, που ζητά άδεια να ανοικοδομήσει τον ναό με έξοδά του. Την εποχή του Καποδίστρια συστάθηκε 5μελής γνωμοδοτική επι- τροπή με το Δ΄ ψήφισμα (22 Ιανουαρίου 1828) που περιδιάβηκε τις μο- νές και κατέγραψε τα υπάρχοντά τους.

Η επιτροπή επισκέφτηκε την Μονή του Αγ. Αθανασίου την 23 Απριλίου 1829 και κατέγραψε σε κα- τάστιχο (σώζεται στα γενικά αρχεία του κράτους) τα παρακάτω: Αρχικά βεβαιώνει ότι η Μονή κατεκάη και τα πράγματά της διαρπάγησαν από τον στρατό του Ιμπραήμ. Επίσης κατέγραψε τα υπάρχοντα του μονα- στηριού που ήταν: 16

1. Ιερά σκεύη: 1 αργυρό δισκοπότηρο, 1 Ευαγγέλιο, λειψανοθήκες σιντεφένιες και ξύλινες, 1 αργυρό θυμιατό, 2 αργυρά καντήλια, ιερά άμ- φια και τα βιβλία της εκκλησίας.

2. Κτήματα: Χωράφια ποτιστικά σε διάφορα μέρη πλησίον του μο- ναστηριού 150 στρέμματα, χωράφια ξερικά 100 στρέμματα, αμπέλια 20 στρέμματα, ένα μετόχι στη Μάνη με 250 ελαιόδεντρα, δύο μύλους.

3. Στην Μονή ζούσαν ο ηγούμενος Καλλίνικος, 3 ιερομόναχοι, 3 μο- ναχοί, 4 δόκιμοι, 8 μισθωτοί.

4. Τα χρέη της Μονής προς διαφόρους ήταν 13000 γρόσια. Μετά την απελευθέρωση άρχισε η προσπάθεια ανασυγκρότησης της Μονής. Από σωζόμενα έγγραφα, στα γενικά αρχεία του κράτους, προκύπτει ότι το 1830 μόναζαν στην Μονή μόνο 7 μοναχοί, οι μόνοι επιζήσαντες του αγώνος. Αυτοί ήταν: Χρύσανθος Αγριογιαννόπουλος (εκ Φιλίων), Θεόκλητος Χονδροθανάσης, Ιωνάς Σαρμακόπουλος (εκ Φιλίων), Δαμιανός Χριστόπουλος(εκ Φιλίων), Πανάρετος Βασιλείου, Αμβρόσιος Πανταζιτόπουλος και Χριστόφορος Βασιλόπουλος (εκ Φι- λίων).

Την περίοδο εκείνη τα χρέη της Μονής ήταν πολλά, όπως προκύ- πτει από τις διαμαρτυρίες των δανειστών της προς την γραμματεία των Εκκλησιαστικών. Αυτή διέταξε τον Μητροπολίτη Καλαβρύτων Βαρθο- λομαίο και τον Έπαρχο Καλαβρύτων, να προβούν σε έλεγχο των οικο- νομικών της. Διαπιστώθηκε ότι τα έσοδα της Μονής από το 1836 έως το 1843 ανέρχονταν σε 6.343,90 δραχμές (800 δραχμές κατά μέσο όρο ετησίως) ενώ τα έξοδά της ανέρχονταν για την ίδια περίοδο σε 9.441,40 δραχμές (1100 δραχμές κατά μέσο όρο ετησίως). Σύμφωνα με το πόρι- σμα της επιτροπής οι μοναχοί της Μονής δήλωσαν ότι αντιμετωπίζουν τα έξοδά τους από την ιδιαιτέρα περιουσία τους. Το 1849, σύμφωνα με έγγραφο του Μητροπολίτη Καλαβρύτων Βαρ- θολομαίου, η Μονή κατέβαλε τις δαπάνες για τις σπουδές δύο υποτρό- φων στην Ριζάρειο εκκλησιαστική σχολή. Το 1850 ανέλαβε την διοίκηση της Μονής ο εκ Φιλίων Παρθένιος Χρόνης μέχρι και τον θάνατό του το 1875.

Ο Παρθένιος ανέπτυξε εξαι- ρετική δραστηριότητα και πέτυχε να ανορθώσει τα οικονομικά της Μο- νής, να ανοικοδομήσει και να ανακαινίσει πλήρως τα καταστραφέντα από τους Αιγυπτίους οικήματα. Κατασκεύασε αλώνια, στάβλους και φύτεψε ελαιώνες, αμυγδαλεώνες, αμπελώνες και πλήθος άλλων δέ- 17 ντρων. Στο εσωτερικό της πλατείας της Μονής υπάρχει επιγραφή που αναφέρει:

«1857 ΑΡΧΙΣΕ, Η ΔΕΝΔΡΟΦΥΤΕΥΣΗ ΚΥΠΑΡΙΣΣΩΝ, ΚΑΡΥΩΝ, ΑΜΥΓΔΑΛΩΝ, ΜΟΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΛΗΜΙΔΕΣ». Ανύψω- σε την ευσέβεια και την εργατικότητα των μοναχών και αυτό οδήγησε στην αύξηση του αριθμού τους σε περισσότερους από 60. Η Μονή επί Παρθενίου είχε τρία μετόχια, ένα στην Μάνη, ένα στην Κατσάνα και ένα στο χωριό Πετρώνι. Μετά τον θάνατο του Παρθενίου η Μονή άρ- χισε να παρακμάζει. Σύμφωνα με κάποιες απόψεις, στην Μονή του Αγ. Αθανασίου εκάρη μοναχός ο Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος (1780/90 – 1861), ο επονο- μαζόμενος Παπουλάκος, που καταγόταν από το χωριό Άρμπουνας Κα- λαβρύτων. Ο Παπουλάκος περιόδευε σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και κήρυττε τον λόγο του Θεού.

Η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα αφού είχε τον δικό του τρόπο να συνεπαίρνει το κοινό του. Κυρίως κήρυττε εναντίον της μοιχείας, της κλοπής και υπέρ της προσευχής. Μέσα από τα κηρύγματά του, καυτηρίαζε την πολιτική της Βαυαρικής κυβέρνησης και της Αρχιεπισκοπής, με αποτέλεσμα οι Αρχές τρομοκρατημένες να αντιμετωπίζουν ένα ολόκληρο κίνημα με σαφή αντικαθεστωτικά συν- θήματα.

Ο Παπουλάκος συνδεόταν στενά με την Μονή του Αγ. Αθανασίου, διότι μοναχοί της τριγυρνούσαν σε όλη την Πελοπόννησο προαναγγέ- λοντας την άφιξή του (Κ. Μπαστιάς, «Παπουλάκος»), ενώ ο Θεόδωρος Ρηγόπουλος, γραμματικός του Πάνου Κολοκοτρώνη από το χωριό Φί- λια, αναφέρει ότι ο Παπουλάκος ανήκε στο δυναμικό της Μονής. Το κήρυγμά του ενόχλησε την κυβέρνηση, οπότε, διετάχθη η σύλληψή του. Στην προσπάθεια για την σύλληψή του συνελήφθησαν και κατα- διώχτηκαν και αρκετοί μοναχοί της Μονής του Αγ. Αθανασίου. Τελικά την 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ρίου όπου έμεινε δύο χρόνια στην απομόνωση. Το 1854 αποφυλακίστηκε, μετά από χορήγηση αμνηστίας, και εξορίστηκε σε ένα μοναστήρι στην Άνδρο, όπου και απεβίωσε το 1861. Το όνομά του παραμένει προς επίσημη αγιοκατάταξη από το Οι- κουμενικό Πατριαρχείο.

Η Μονή του Αγ. Αθανασίου μαζί με την Μονή του Μ. Σπηλαίου και άλλες μονές, ανήκε στην Φιλορθόδοξο Αδελφότητα ή «Φύλακας της 18 Αμπέλου», που ήταν μία οργάνωση που ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1839 και οργανώθηκε από τον Κοσμά Φλαμιάτο. Η Φιλορθόδοξος Εταιρεία ήταν οργανωμένη κατά τα πρότυπα των μυστικών εταιρειών της επο- χής. Σκοπός της οργάνωσης ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, καθώς επίσης και η διάσωση της απει- λούμενης από την κυβερνητική πολιτική Ορθοδοξίας. Την Εταιρεία στελέχωναν κυρίως μέλη του ρωσικού κόμματος, με στόχους καθαρά πολιτικούς (ανατροπή της Κυβέρνησης), αλλά και με αιτήματα αναφε- ρόμενα στα εκκλησιαστικά ζητήματα.

Στο αποκαλυπτικό ανώνυμο κεί- μενο της εποχής, όπου αναλύεται η οργάνωση και η στοχοθεσία της Εταιρείας, διαβάζουμε πως ανάμεσα στους σκοπούς της ήταν και η ακύ- ρωση «…του περί ανεξαρτησίας της Εκκλησίας Νόμου και την υποτα- γή της Ελληνικής Εκκλησίας εις την εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλην Εκκλησίαν»,

η «καταδίωξις και εξαφάνισις από την Ελλάδα όλων των αμερικανικών σχολείων και των από τας Βιβλικάς Εταιρίας εκδοθέ- ντων βιβλίων ανεξαιρέτως» και επιπλέον η υποχρέωση «…του ν’ ανα- γνωρίση ο Βασιλεύς την ανατολικήν θρησκείαν ως θρησκείαν όλου του Κράτους, και ιδιαιτέρως ως την μόνην θρησκείαν των διαδόχων του και της μελλούσης οικογενείας του». Η Εταιρεία αποκαλύφθηκε από τις Αρχές στα τέλη του 1839, κατά την έρευνα των Αρχών βρέθη- καν έγγραφα και επιστολές των Φλαμιάτου και Παπουλάκου προς τους μοναχούς Ιγνάτιο από το Μέγα Σπήλαιο και Παρθένιο από τη Μονή του Αγίου Αθανασίου. Το 1899 η Μονή είχε 29 μοναχούς και υπηρέτες ενώ τα έσοδά της ανέρχονταν σε 9000 δραχμές. Η πληροφορία αυτή αναφέρεται στη

«Χωρογραφία της Ελλάδος, Α΄ νομός Αχαΐας, υπό του ιατρού Χρήστου Κορύλλου». Το 1902 αναφέρεται η διέλευση και η για μια μέρα διαμονή στο μο- ναστήρι του οδοιπόρου Οσίου Γέροντα Φιλόθεου (Ζερβάκου) της Ι. Μ. Λογγοβάρδας Πάρου, καθοδόν προς την Αγ. Λαύρα και το Μ. Σπή- λαιο. Το 1905 είχε 29 μοναχούς και το 1920 είχε μόνον 7. Από το 1910 και μετά η Μονή παρακμάζει, λόγω του γήρατος των μοναχών και της μη προσελεύσεως νέων δοκίμων.

Το 1928 η Μονή διελύθη και προσαρτή- θηκε στην Αγία Λαύρα ως μετόχι της.

Το αρχείο της Μονής, τα ιερά 19 λείψανα και τα τιμαλφή μεταφέρθηκαν εκεί. Μεταξύ των ετών 1930 και 1943 στη Μονή υπήρχαν δύο ή τρεις γέροντες μοναχοί. Η Μονή λεηλατήθηκε την Παρασκευή 25 Ιουνίου 1943, από τα ιταλι- κά στρατεύματα κατοχής, λίγες ημέρες μετά την πυρπόληση του χωρίου Φίλια, από τα ίδια στρατεύματα κατοχής. Φεύγοντας από τη Μονή, πή- ραν μαζί τους τον ιερομόναχο και προηγούμενο π. Αμβρόσιο Παπαρη- γόπουλο 62 ετών και τον γέροντα μοναχό Χριστόφορο Αναγνωσταρά. Στο δρόμο προς το χωριό Φίλια, ο π. Αμβρόσιος πιστεύοντας ότι θα τον θανατώσουν επειδή είχε φιλοξενήσει στο μοναστήρι τους αντάρτες του Δημητρίου Μίχου και είχε περιποιηθεί τους τραυματίες της μάχης που έγινε στο χωριό Φίλια την Κυριακή 21 Ιουνίου 1943, αποπειράθηκε να δραπετεύσει, όμως δεν κατάφερε να καλυφθεί και έπεσε νεκρός από τα πυρά των Ιταλών.

Η περιγραφή του θανάτου του π. Αμβροσίου, σύμ- φωνα με το έργο «Εκτελεσθέντες και Μαρτυρήσαντες κληρικοί 1941- 1949» έχει ως εξής: Ο π. Αμβρόσι- ος Παπαρρηγόπουλος, γεννήθηκε στα Φίλια Καλαβρύτων το 1881. Δέκα εννιά χρόνων πήγε στο Ιερό Κοινόβιο του Αγ. Αθανασίου, πού η φήμη του ήταν πανελλήνιος εξ αιτίας της αγιότητας των πατέρων του.

Έκαμε τη στρατιωτική του θη- τεία και από το χέρι του γέροντός του Γαβιήλ Ευσταθίου, έλαβε το μοναχικό σχήμα. Αργότερα έγινε ιερεύς κι υπηρέτησε με αφοσίωση, ως εφημέριος, σύμβουλος και τέ- λος ηγούμενος. Στα 1926 το Κοι- νόβιο του Αγ. Αθανασίου, επειδή του έλειπαν οι μοναχοί, προσαρ- τήθηκε στην Αγ. Λαύρα και στην ίδια Μονή εγκαταστάθηκε και ο π. Αμβρόσιος. Πάλι όμως γύρισε στον Αγ. Αθανάσιο ως αντιπρόσωπος της Αγίας Λαύρας. Εκεί περνούσε τις ημέρες του με πνευματική άσκηση και αρετή ως τα 1943, οπότε Ιτα- λοί στρατιώτες κάνουν επιδρομή κατά της Μονής. Οι επιδρομείς λεη- Ιερομόναχος Αμβρόσιος Παπαρρηγόπουλος. 20 λάτησαν άγρια τη Μονή κι έφυγαν με κατεύθυνση προς τα Φίλια. Στο δρόμο όμως δέχθηκαν επίθεση των ανταρτών, πού την απέδωσαν σε υποκίνηση μοναχών*.

Γυρίζουν λοιπόν πίσω, πιάνουν τον π. Αμβρόσιο και το μοναχό Χριστόφορο Αναγνωσταρά και τους οδηγούν στο κο- ντινό χωριό. Ο π. Αμβρόσιος σκέφθηκε ότι ασφαλώς οι Ιταλοί θα τους εκτελούσαν κι έτσι όπως σάλεψε μέσα του η μοραΐτικη παλικαριά, δεν παραδέχτηκε τέτοιο θάνατο. Καιροφυλακτεί λοιπόν και σ’ ένα σημείο του δρόμου επιχειρεί να δραπέτευση. Δεν μπόρεσε όμως. Λίγα μέτρα πιο πέρα, με τουφεκιές, οι Ιταλοί τον ξάπλωσαν νεκρό.

Τη χαριστική βολή στη Μονή έδωσαν οι Γερμανοί, που την πυρπό- λησαν την 25η Αυγούστου 1943.

Η Μονή καταστράφηκε ολοσχερώς. Ο Ναός πυρπολήθηκε και καταστράφηκε το ξυλόγλυπτο τέμπλο, τα στα- σίδια, τα άγια λείψανα, οι εικόνες, τα ιερά άμφια και τα λοιπά εκκλησι- αστικά σκεύη.

Μετά την κατοχή, στα μέσα της δεκαετίας του 1940 η Αγία Λαύρα ανοικοδόμησε το Καθολικό και τη νότια πτέρυγα της Μονής, έστειλε δε τον ιερομόναχο Φιλάτερο Ζαφειρόπουλο από το παρακείμενο χωριό Λευκάσιο και ακολούθησε βραδύτερα και ο ιερομόναχος Αγαθάγγελος από τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας. Με την έκρηξη του ανταρτοπόλεμου 1946-1949, η Μονή εγκαταλείφθηκε από τους ως άνω Ιερομονάχους και απετέλεσε κρησφύγετο των ανταρτών.

Από το 1948 και μετά η Μονή άρχισε να παρουσιάζει και πάλι σημεία ζωής.

Ο μοναχός Ιερόθεος Μουρτίκας, τον οποίον απέστειλε η Αγία Λαύ- ρα, διέμενε μόνιμα στην Μονή, επισκεύασε τα κελιά, έδωσε ζωή σε αυτήν. Βραδύτερα προσετέθη και ο Ιεροδιάκονος Αντώνιος, ο οποίος επέδειξε σπουδαίαν δραστηριότητα και επί των ημερών του φυτεύθηκε και πάλι το αμπέλι της Μονής, φυτεύθηκαν αμυγδαλιές και κυπαρίσσια.

Όμως μετά από κάποια χρόνια έφυγε και πάλι από τη Μονή και έμεινε μόνος του ο Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Μουρτίκας. Μετά τον θάνατό του η Μονή με κάποια διαλείμματα έμεινε έρημη. Τα τελευταία έτη, με τις προσπά- θειες της Αδελφότητας Φιλιωτών Καλαβρυτινών ο «Άγιος Βλάσιος», του Ομίλου φίλων του Μοναστηρίου, αλλά και άλλων, γίνεται προσπάθεια για την αναστήλωση και την ανάδειξη της ιστορικής Μονής. *

Μπορείτε να δείτε το βιβλίο του Χρήστου Βλ. Καραθανάση, Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Φιλίων, Συνέκδοση της Αδελφότητας Φιλιωτών Καλαβρυτινών «Ο Άγιος Βλάσιος» και του Ομίλου Φίλων του Μοναστηριού Αγίου Αθανασίου Φιλίων, Αθήνα 2010, στον παρακάτω σύνδεσμο:

Εικόνες από το μουσείο της Μονής: