Κάθε περίοδο που συζητείται ο προϋπολογισμός αναπόφευκτα αναδεικνύεται η φιλοσοφία της οικονομικής πολιτικής κάθε κυβέρνησης. Από την περίοδο της κρίσης των μνημονίων δυστυχώς δεν έχει καταστεί δυνατόν η χώρα να εκφράσει την δική της αναπτυξιακή πολιτική. Άλλωστε, η κρίση των αγορών του 2008, σε συνδυασμό με την επερχόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση, τείνει να διαμορφώσει ένα νέο πεδίο αντιλήψεων περί καπιταλισμού, ανάπτυξης και κοινωνικής ισορροπίας στα πλαίσια μίας δικαιότερης προσέγγισης της συνεισφοράς των πλουσίων στο κοινωνικό σύνολο
Το γεγονός ότι η έννοια του επιχειρηματικού κέρδους είναι άμεσα συνυφασμένη με την απώτερη στόχευση του καπιταλισμού, προφανώς δεν προκαλεί εντύπωση. Ακόμα δε περισσότερο η ανάλυση του όρου «απόδοση κεφαλαίου». Αυτό όμως που επιβάλλεται να προκαλέσει εντύπωση είναι η εμφάνιση μίας προοδευτικότητας στην ανάγκη επαναφοράς αναδιανεμητικών πολιτικών. Πολιτικών που θα επαναφέρουν τον χαμένο ανταγωνισμό στις αγορές και θα απαλύνουν την αδικία του υπερπλουτισμού.
Αν υποθέσουμε πως η οικονομία και η διαχείρισή της από κάθε κυβέρνηση είναι σε άμεση συνάρτηση με την Δημοκρατία, οδηγούμαστε αργά αλλά σταθερά σε ένα καθεστώς όπου η φορολογική πολιτική που δεν εξαλείφει την φορολογική αδικία και τον υπερπλουτισμό οδηγεί στην υποβάθμιση της ίδιας της δημοκρατίας.
Στις ΗΠΑ φαίνεται πως ο νέος πρόεδρος J. Biden τολμά μέσω μίας έντονα κοινωνικής πολιτικής να αναδείξει εκ νέου τον ρόλο του υγιούς καπιταλισμού. Πρωτοστάτησε στην επιβολή του ελάχιστου «παγκόσμιου» εταιρικού φόρου, επιβάλλει φόρο υπεραξίας επί κεφαλαιακών κερδών 39,6% για ποσά άνω του 1 εκατομμυρίου κερδών, από 20% που ίσχυε μέχρι σήμερα. Εξαγγέλλει μία πρωτόγνωρη σε εύρος πολιτική ενίσχυσης των οικογενειών ύψους 1,8 τρις δολαρίων. Προωθεί ένα σημαντικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και εκπαίδευσης εργαζομένων μέσω ενός δεκαετούς πλάνου.
Η έμφαση που δίνεται μέσω του προϋπολογισμού στην μείωση της φορολογίας μπορεί να έχει λογική εξαιτίας τους μεγάλου κόστους στρεβλοτήτων που επικρατούν στα συστήματα στήριξης της επιχειρηματικότητας εδώ και πολλά χρόνια. Η δε παροχή στήριξης της περίοδο της πανδημίας προσέφερε ένα μικρό μαξιλάρι ηρεμίας. Οι πολιτικές αυτές όμως δεν είναι δυνατόν αν συνεχίσουν να αποτελούν μονοδιάστατη προσέγγιση βραχυπρόθεσμης στήριξης χωρίς ουσιαστικό μακροπρόθεσμο πολιτικό ορίζοντα.
Αν λάβουμε υπόψη πως οι εξαγγελίες του προέδρου Biden αφορούν μία δεκαετία, υπάρχει σημαντικό κενό σήμερα που αναδεικνύεται από την εξέταση του σχεδίου προϋπολογισμού ως προς την πρόθεση της κυβέρνησης να προβάλλει πολιτικές παραγωγικής και κοινωνικά δίκαιης αναδιανομής του εισοδήματος. Προς χάριν της ανάδειξης του ανταγωνισμού αλλά και διατήρησης της δημοκρατίας στην οικονομία. Η προοπτική μίας σχετικά κοινωνικά δίκαιης διαχείρισης των κρατικών εσόδων δεν περνάει μέσα από την διαδικασία μείωσης της φορολογίας ως εργαλείο βραχυπρόθεσμων προσαρμογών.
Απαιτείται προοδευτικότητα σε κάθε έκφανση της πολιτικής. Ειδικά όταν συζητάμε για τον συνδυασμό φορολογίας και σχεδιασμού διαχείρισης του Ταμείου Ανάκαμψης. Δυστυχώς το αποκαλούμενο προοδευτικό στρατόπεδο της πολιτικής έχει αποκοιμηθεί θεωρώντας πως όλα μπορεί να λυθούν με στείρες αντιδράσεις και προγραμματικές διακηρύξεις. Ξέχασε όμως πως ο κόσμος θέλει και το συναίσθημα στην πολιτική, θέλει να πεισθεί. Κάπου θέλει και να καθοδηγηθεί με ειλικρίνεια και ενσυναίσθηση χωρίς τα στοιχεία αυτά να αποτελούν πολιτική ουτοπία.