Σοκάρουν οι περιγραφές ξένων περιηγητών της Πόλης για τις φρικτές πρακτικές εξόντωσης των Ελλήνων από τους Τούρκους μετά την Επανάσταση του 1821
Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων είναι αδύνατο να προσδιοριστεί, σίγουρα είναι πολλές χιλιάδες. Θα αναφερθούμε αποκλειστικά σε όσα γράφουν ξένοι περιηγητές για τις τουρκικές θηριωδίες, ενώ θα αναφέρουμε και τις απόψεις Τούρκων ιστορικών για τα γεγονότα της εποχής. Ζητούμε προκαταβολικά συγγνώμη για τις φρικτές περιγραφές, δυστυχώς αποτελούν μέρος μόνο όσων διαβάσαμε…

Οι σφαγές των Τούρκων κατά την Ελληνική Επανάσταση
«Βάδιζα σε ένα στενοσόκακο. Μπροστά μου προχωρούσε ένας Τούρκος. Ξαφνικά φάνηκε να κατεβαίνει απέναντι ένας Έλληνας. Στάθηκε και κόλλησε την πλάτη στον τοίχο, αφήνοντας τόπο για να περάσει ο Οθωμανός. Εκείνος έβγαλε το γιαταγάνι και τον έσφαξε. Ύστερα καθάρισε τη ματωμένη λεπίδα, μπήκε στο διπλανό καφενείο και άναψε τσιμπούκι». Μετά τον αποκεφαλισμό του Δραγουμάνου της Πύλης Κωνσταντίνου Μουρούζη και του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ η κατάσταση ξέφυγε. Κάθε μέρα διαδραματίζονταν καινούργιες ωμότητες, γράφει ο Walsh. « Τα θύματα απαγχονίζονταν σε πόρτες ή σε τοίχους. Πτώματα ακέφαλα έβλεπε κανείς στη μέση του δρόμου, ποδοπατημένα και τυλιγμένα στο βόρβορο.


Πολύ σημαντικές είναι οι πληροφορίες που δίνει ο Γερμανός Johann Wilhelm Streit. Ο Streit εργαζόταν ως τεχνίτης στην Κωνσταντινούπολη και βρέθηκε στην καρδιά των τραγικών γεγονότων του 1821. Όπως γράφει ο νεαρός τότε Γερμανός στο χρονικό του που κυκλοφόρησε στις αρχές του 1822 στην Λειψία, την πρώτη κιόλας μέρα μετά την πληροφόρηση των Τούρκων για την επανάσταση του Υψηλάντη έγιναν 200 συλλήψεις κορυφαίων Ελλήνων της Πόλης.
Πολλοί απ’ αυτούς κακοποιήθηκαν άγρια από το πλήθος καθώς μεταφέρονταν στις φυλακές Κατροσάν. Το άλλο πρωί διαλαλήθηκε σε έξι γλώσσες στους δρόμους κυβερνητική απόφαση που απαγόρευε να συγκεντρώνονται και να συνομιλούν περισσότερα από δύο άτομα μαζί. Παραβίαση της διαταγής σήμαινε εκτέλεση επί τόπου: «Ο Οθωμανικός όχλος σε φοβερή έξαψη ρίχτηκε στα σπίτια των Ελλήνων αρχόντων και άρχισε την λεηλασία. Βασάνιζαν τους ενοίκους με θηριωδία, έκοβαν μύτες και αφτιά και τους γκρέμιζαν ύστερα από τα παράθυρα στον δρόμο».

Έκοβαν τα κεφάλια τους, τα κάρφωναν στις αιχμές των σπαθιών και τα τριγύριζαν στους δρόμους θριαμβικά. Άναψαν φωτιές σε όλους τους δρόμους και εκεί βασάνιζαν τους Έλληνες. Πύρωναν στη φλόγα τα μεταλλικά τμήματα των όπλων και τα έμπηγαν στα ξεγυμνωμένα κορμιά. Τους έψηναν στα κάρβουνα σιγά-σιγά πρώτα τα πόδια, ύστερα τα χέρια και ολόκληρο το κορμί ώσπου να ξεψυχήσουν. Περνούσαν πυρακτωμένα σύρματα στη μύτη, έκαιγαν τα βλέφαρα των θυμάτων με πυρακτωμένα σίδερα». Και συνεχίζει ο Streit:«Εκείνο το πρωινό γύρω στα 4.000 πτώματα και των δύο φύλων, κεφάλια, πόδια κείτονταν στους δρόμους της Πόλης. Χωρίς να λογαριάσουμε όσους σκοτώθηκαν στα σπίτια τους ή κρεμάστηκαν από τα παράθυρα». Μόνο στην πλατεία του Μουφτή, όπου εργαζόταν ο Streit, μέτρησε γύρω στα 300 πτώματα! Μάλιστα οι Τούρκοι όριζαν και βραβεία για την επινόηση των πιο φρικτών βασανιστηρίων.
Κάποιοι μεθυσμένοι Τούρκοι μπήκαν στο σπίτι ενός Έλληνα κοσμηματοπώλη. Το κατάστημά του είχε ήδη λεηλατηθεί. Εκεί βρήκαν τον ίδιο, την σύζυγό του, τον γιο, τις δύο κόρες του και μια υπηρέτρια. Όταν ένας Τούρκος επιχείρησε να επιτεθεί στη μία κοπέλα, αυτή πήδηξε από το παράθυρο και σκοτώθηκε. Κατέβασαν την οικογένεια στην πλατεία του Μουφτή. Εκεί ξεγύμνωσαν την άλλη κόρη και την υπηρέτρια, τους έκοψαν πρώτα τους μαστούς και έπειτα τη μύτη τους. Ο γιος της οικογένειας, ένας εύρωστος νεαρός γύρω στα 24, όρμησε πάνω σε έναν Τούρκο, τον γρονθοκόπησε στον κρόταφο, άρπαξε το ματωμένο γιαταγάνι από το χέρι του και μ’ ένα χτύπημα του έκοψε τη μύτη, έτσι που έμεινε κρεμασμένη από τα χείλη του».

Μέσα σ’ ένα λεπτό τον είχαν κιόλας κομματιάσει εκατό σπαθιά, γράφει ο Streit. Ο θάνατος του Τούρκου εξόργισε τους υπόλοιπους, οι οποίοι έστησαν σούβλες, 80 περίπου. Αρχικά σούβλισαν γύρω στους 65 Έλληνες, ενώ αργότερα έφεραν κι άλλους ακόμα και μικρά παιδιά, που βρήκαν φρικτό θάνατο. Υπήρξαν όμως και ηρωικές πράξεις Ελλήνων. Έξι νεαροί οπλισμένοι Έλληνες που είχαν βρει καταφύγιο στο σπίτι ενός ρολογά ήρθαν αντιμέτωποι με οκτώ Τούρκους, οι οποίοι έσπασαν την πόρτα του σπιτιού, άρπαξαν το μωρό της οικογένειας και το πέταξαν στο δρόμο. «Έπεσε ακριβώς πλάι μου και κατατσακίστηκε», γράφει ο Streit. Οι Έλληνες εξόντωσαν τους Τούρκους και τους πέταξαν κι αυτούς στον δρόμο.
Άλλοι Τούρκοι μπήκαν στο σπίτι και μετά από συμπλοκή οι νεαροί Έλληνες σκότωσαν οκτώ από αυτούς πριν πέσουν νεκροί οι ίδιοι. Ένας Έλληνας έμπορος μόλις έγινε εισβολή των Τούρκων στο σπίτι και το μαγαζί του ανέβηκε στο πάνω πάτωμα με την οικογένειά του. Εκεί είχε δυο βαρέλια μπαρούτι: «Κι ενώ ανέβαιναν στην σκάλα σαράντα αιμοδιψείς Τούρκοι, βάζει φωτιά. Το σπίτι τινάχτηκε στον αέρα», γράφει ο Streit. Ένας Έλληνας φαρμακοποιός δηλητηρίασε με αρσενικό όλα τα κρασοβάρελα που είχε στο κελάρι του σπιτιού του. Στη συνέχεια κι ενώ το σπίτι του είχε πολιορκηθεί από 200 Τούρκους, αυτοκτόνησε κόβοντας μ’ ένα ξυράφι το λαιμό του. «Οι Τούρκοι ήπιαν, φαρμακώθηκαν και πέθαναν κουλουριασμένοι σαν τα σκουλήκια μπροστά στο σπίτι». Το πολύτιμο αυτό έργο του τιτλοφορείται «Constantinople im Jahre» και υπάρχει στην βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, ενώ είναι ελεύθερα διαθέσιμο και στο διαδίκτυο.

Τι γράφει ο Άγγλος John Carne
Τις μέρες των σφαγών των Ελλήνων στην Πόλη έφτασε εκεί ο Άγγλος John Carne, ίσως με ειδική αποστολή. Επέστρεψε στην πατρίδα του το καλοκαίρι του 1822. Ενδεικτικά παραθέτουμε μερικά απ’ όσα γράφει:
«Δεν ξέραμε τίποτα για τις ταραχές και τις σφαγές που είχαν γίνει στην Κωνσταντινούπολη. Ακόμα και μικρά παιδιά είχαν πιστόλες και γιαταγάνια και μάθαιναν να βυθίζουν τα χέρια τους στο αίμα. Φρικαλεότητες διαδραματίζονταν κάθε μέρα. Κανένα έλεος για Έλληνα, όπου τον έβρισκαν. Δεν τον δέχονταν πουθενά… Από τους Έλληνες ευγενείς ελάχιστοι απόμειναν. Όσοι δεν σφάχτηκαν κατά τις μέρες των ταραχών παράτησαν τα σπίτια τους αφήνοντας οικογένειες και περιουσίες στο έλεος των Τούρκων». Και από τη Σμύρνη όμως ο Carneείχε περιγραφές στο βιβλίο «Letters from the East», London1826. «Αργότερα στην Σμύρνη είδα ένα πρωί τα πτώματα 23 Ελλήνων, σωρό το ένα πάνω στο άλλο φοβερό να βλέπεις πόσο φτηνή έχει καταντήσει η ανθρώπινη ζωή».
Ο Γάλλος γεωλόγος Fontanier βρέθηκε εκείνες τις μέρες στην Κωνσταντινούπολη. Κάποια στιγμή πέρασε από ένα βρόμικο σοκάκι γεμάτο σκύλους. Εκεί είδε «ανθρώπινα κορμιά αποκεφαλισμένα πλάι σ’ ένα χασάπικο όπου κρέμονταν μοσχάρια και αρνιά». Ακόμα, επισημαίνει τον φιλοτουρκισμό των Ευρωπαίων της Πόλης, καθώς θεωρεί ότι υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων με τους Έλληνες στα χέρια των οποίων είχε περάσει όλο το εμπόριο της Ανατολής.

Η τουρκική άποψη για τις σφαγές των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης
Φυσικά οι Τούρκοι ιστορικοί της εποχής αλλά και οι μεταγενέστεροι διαστρεβλώνουν τα γεγονότα. Ο Σανί – Ζαντέ γράφει: «…τα κακουργήματα ταύτα διεπράττοντο ημέραν και νύκτα υπό αναγώγων και αναισχύντων παιδιών και μαθητών δεκαοχτώ και είκοσι ετών. Ο μεταγενέστερος Τούρκος ιστορικός Δζεβδέτ πασάς γράφει:
«Επί της βεζιρίαςτου Μπεντερλή ο όχλος δεν ετόλμα τοιαύτας πράξεις, ενώ ο νέος βεζίρης Σαλίχ πασάς από της πρώτης ημέρας της ανόδου του εις την αρχήν αφήκε να κατέλθει το ζήτημα εις τα στόματα των παιδιών και να φτάσουν τα πράγματα εις το σημείον τούτο.
Δεν έμεινεν τάξις και ησυχία εις την πρωτεύουσαν. Εις τας κατοικίας, εις τα καφενεία και εις τους δρόμους δεν έπαυον τα σχόλια κατά του Χαλέτ εφέντη (μυστικοσυμβούλου του σουλτάνου)». Οι σφαγές και οι διωγμοί των Ελλήνων ξεπέρασαν κάθε όριο. Στις 25 Απριλίου 1821 εκδόθηκε σουλτανική διαταγή, μερικά σημεία της οποίας είναι ενδεικτικά για τον τουρκικό τρόπο σκέψης: «Οι άσκοποι πυροβολισμοί, εκτός του ότι είναι σπατάλη πυρίτιδος είναι δυνατόν να γίνουν αιτία του φόνου δούλων του Θεού (δηλ. Μουσουλμάνων). Η άνευ λόγου παρενόχλησις εντίμων φορολογουμένων ραγιάδων, μη ενεχομένων εις την επανάστασιν, αντιβαίνει προς την θείαν θέλησιν και προς την επιθυμία της Α.Α.Μ. του άνακτος(σουλτάνου)».
Η κατάσταση όμως δεν βελτιώθηκε ιδιαίτερα. Η αγορά της πόλης νεκρώθηκε. Στις 4 Μαρτίου 1822 όπως γράφει ο George Waddington, οι Τούρκοι έμποροι διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον κεχαγιάμπεη, παραδίδοντας τα κλειδιά των μαγαζιών τους: «Είναι αδύνατο να συνεχίσουμε το εμπόριό μας. Η μεγαλύτερη κίνηση του εμπορίου μας γινόταν από τους ραγιάδες που αφανίστηκαν». Και ζήτησαν να μεταναστεύσουν σε άλλο τόπο για να ζήσουν και να εργαστούν ειρηνικά.

Το μεγαλείο της του Strafford Canning και της συζύγου του
Μετά τον ξεσηκωμό της Χίου δόθηκε εντολή όλοι οι Χιώτες της Κωνσταντινούπολης να παρουσιαστούν στην Πύλη. Όποιοι πήγαν εκεί φυλακίστηκαν. Οι υπόλοιποι πήγαν στον κήπο της βρετανικής πρεσβείας, ο περιβολάρης της οποίας ήταν Χιώτης και κρύφτηκαν. Για να δικαιολογήσει την παρουσία τους εκεί ο φιλέλληνας πρέσβηςStrafford Canning, εξάδελφος του George Canning τους προσέλαβε με μισθό στην πρεσβεία για να σκάψουν και να περιποιηθούν το περιβόλι! «Η λαίδη Straffordμε την καλοσύνη και την ανθρωπιά που συνόδευε την χαριτωμένη ευρηματικότητά της μας έκανε να γελάμε, γράφει ο Walsh, καθώς μέσα στην γενική σύγχυση και τον φόβο έστελνε τους φουρναραίους στα λουλούδια και τους ραφτάδες στα λάχανα», γράφει ο R.Walsh.
Αυτές είναι μερικές από τις πιο ήπιες περιγραφές ξένων αυτοπτών μαρτύρων για τις σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη το 1821. Αν η Ελλάδα «οδηγηθεί» στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο από την Τουρκία για κάτι που έγινε πριν από 201 χρόνια, η Τουρκία πού θα πρέπει να οδηγηθεί για όσα έχει κάνει εδώ και εκατοντάδες χρόνια σε βάρος των Ελλήνων και όχι μόνο;
Πηγές: ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, «ΠΩΣ ΕΙΔΑΝ ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ‘21», ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, Εκδόσεις Πιρόγα
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους και εν αντιπαραβολή προς τους Έλληνας ιστορικούς», ΑΘΗΝΑΙ 1960